Χτυπήθηκα από κεραυνό, η κρίση μου ενώπιον του Θεού - μέρος Α'
Υπάρχουν βιβλία που κάθε άνθρωπος πρέπει να διαβάσει στη ζωή του, και χωρίς αμφιβολία, το βιβλίο της Γκλόρια Πόλο είναι ένα από αυτά. Η μαρτυρία της Δρ. Γκλόρια Πόλο είναι το μέσο με το οποίο ο Θεός «αγγίζει» ψυχές και μεταμορφώνει τις ζωές εκατοντάδων χιλιάδων που ζούμε μέσα στην άγνοια.
Η οδοντίατρος από την Μπογκοτά της Κολομβίας, Γκλόρια
Πόλο, σκοτώθηκε από κεραυνό καθώς βάδιζε μαζί με τον ανιψιό της στο δρόμο προς
το πανεπιστήμιο. Ωστόσο, οι τραυματιοφορείς κατάφεραν να την αναζωογονήσουν. Φτάνοντας
στο νοσοκομείο την χειρούργησαν για να της αφαιρέσουν το καμμένο δέρμα και τότε
«έφυγε» ξανά.
Όταν ανάρρωσε, έγραψε βιβλίο με όλα όσα έζησε και είδε
όταν πέθανε και πώς ο Θεός της επέτρεψε να περάσει τη γραμμή από τη ζωή στο
θάνατο και να επιστρέψει, για να μοιραστεί το μήνυμα μαζί μας. Το βιβλίο δεν έχει
μεταφραστεί στα ελληνικά, όμως θα πάρετε μια μικρή γεύση από την καταπληκτική ιστορία της Γκλόρια από την παρουσίαση που έκανε η συγγραφέας στο Καράκας της Βενεζουέλας. Η μαρτυρία
της θα αγγίξει πολλές καρδιές.
Καλημέρα σε όλους!
Είμαι οδοντίατρος και μαζί με τον ανηψιό μου και τον άντρα
μου, μια Παρασκευή του Μάη 1995, βαδίζαμε προς την ιατρική σχολή. Έβρεχε καταρρακτωδώς
και εγώ με τον ανηψιό μου κρατούσαμε ομπρέλα, ενώ ο σύζυγός μου φορούσε
αδιάβροχο και περπατούσε σε κάποια απόσταση από εμάς. Στη διαδρομή, πηδώντας
πάνω από μια μεγάλη λακκούβα με νερά, μας χτύπησε κεραυνός.
Ο ανηψιός μου πέθανε ακαριαία. Ο κεραυνός μπήκε στο σώμα
του από την πίσω πλευρά, τον έκαψε εσωτερικά και βγήκε από τα πόδια του, όμως
δεν τον έκαψε καθόλου εξωτερικά. Φορούσε πάντα στο λαιμό του ένα μενταγιόν από
χαλαζία με το Θείο Βρέφος. Οι αρχές λένε πως ο χαλαζίας τράβηξε τον κεραυνό,
που τον χτύπησε στην καρδιά και τον έκαψε... Έπαθε καρδιακή προσβολή και
πέθανε.
Όσο για μένα, ο κεραυνός μπήκε στο σώμα μου από τον ώμο μου και με έκαψε
εσωτερικά και εξωτερικά. Η σάρκα μου εξαφανίστηκε όπως και το στήθος μου. Στη θέση
του έμεινε μια τρύπα. Η σάρκα στην κοιλιακή χώρα, τα πόδια και τα πλευρά
έλιωσε... Ο κεραυνός χτύπησε το συκώτι, τα νεφρά και τους πνεύμονες και βγήκε
από τη δεξιά μου πατούσα. Ως μέθοδο αντισύλληψης χρησιμοποιούσα ενδομήτριο
σπιράλ σε σχήμα Τ. Ο χαλκός από τον οποίο ήταν κατασκευασμένο είναι καλός
αγωγός της ηλεκτρικής ενέργειας και τράβηξε τον κεραυνό. Οι ωοθήκες μου
συρρικνώθηκαν σαν σταφίδες. Παρέμεινα σχεδόν άψυχη στο έδαφος με το σώμα μου να
αναπηδά από τον ηλεκτρισμό.
Τότε βρέθηκα σε ένα πανέμορφο λευκό τούνελ από φως που με
έκανε να νιώθω απίστευτη χαρά, ειρήνη και ευτυχία. Μια αληθινή έκσταση. Στο τέλος
του τούνελ είδα ένα λευκό φως σαν τον ήλιο... λέω λευκό αλλά το χρώμα δεν
μπορεί να περιγραφεί με τα λόγια που έχουμε και χρησιμοποιούμε. Ένιωθα να
εκπέμπει ειρήνη και αγάπη!
Όπως προχωρούσα προς το φως, είπα στον εαυτό μου: «Θεέ μου, είμαι νεκρή!».
Αμέσως σκέφτηκα τα παιδιά μου και αναστέναξα: «Αλίμονο, Θεέ μου, τα παιδιά μου
είναι μικρά! Τι θα πουν τα παιδιά μου, που είχαν μια μητέρα που ήταν συνεχώς
απασχολημένη και δεν είχε ποτέ χρόνο γι’ αυτά;» Πράγματι, έφευγα πολύ νωρίς
κάθε μέρα και δεν γυρνούσα σπίτι πριν τις 11:00 τη νύχτα. Είδα την
πραγματικότητα της ζωής μου και ένιωσα τόση δυστυχία! Ήθελα να κατακτήσω τον
κόσμο αλλά με τι τίμημα! Έβαλα τα παιδιά μου και το σπίτι μου σε δεύτερη μοίρα.
Εκείνη τη στιγμή είδα μπροστά στα μάτια μου όλους τους ανθρώπους που γνώρισα
στη ζωή μου. Όλους, ζωντανούς και πεθαμένους. Μπορούσα να αγκαλιάσω
προπαππούδες, προγιαγιάδες, παππούδες, γιαγιάδες και γονείς (που είχαν πεθάνει)
...όλους! ένιωθα πληρότητα, ένιωθα υπέροχα. Κατάλαβα πως είχα εξαπατηθεί από
τις δοξασίες περί μετενσάρκωσης. Μου είχαν πει πως η γιαγιά μου είχε
μετενσαρκωθεί, αλλά δεν μου είπαν πού είχε πάει. Είχα πληρώσει πολλά λεφτά γι’
αυτή την πληροφορία και έτσι δεν το σκάλισα περισσότερο, να μάθω σε ποιον τάχα
είχε μετενσαρκωθεί. Τώρα εδώ αγκάλιαζα τη γιαγιά μου και την προγιαγιά μου...
Τώρα που δεν είχα σώμα ήταν εκπληκτικό να βλέπω τους
ανθρώπους με έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο. Πριν ήξερα μόνο να κρίνω... αν
κάποιος ήταν χοντρός, κοκκαλιάρης, άσχημος, κομψός, άκομψος κλπ. Όταν μιλούσα
έπρεπε πάντα να σχολιάσω κάτι. Τώρα, όχι. Τώρα έβλεπα τους ανθρώπους εσωτερικά
και ήταν τόσο όμορφο! Καθώς τους αγκάλιαζα ένιωθα τις σκέψεις τους, τα
συναισθήματά τους...
Έτσι συνέχισα να προχωρώ γεμάτη ειρήνη και χαρά. Ένιωθα πως
θα δω κάτι πολύ όμορφο. Και πράγματι, προς το τέλος είδα μια όμορφη λίμνη. Μια
εκθαμβωτική λίμνη με πανέμορφα δένδρα. Και πολύ όμορφα λουλούδια κάθε χρώματος!
Είχαν εξαίσιο άρωμα, εντελώς διαφορετικό από τα δικά μας. Δεν υπάρχουν λέξεις
να τα περιγράψω... όλα ήταν αγάπη...
Σε κάτι που έμοιαζε με είσοδο είδα δυο δέντρα σε κάθε
πλευρά. Εκείνη τη στιγμή ο ανηψιός μου μπήκε σε αυτόν τον πανέμορφο κήπο. Τότε κατάλαβα.
Ένιωσα πως εγώ δεν πρέπει να μπω. Δεν μπορούσα να μπω...
Συγχρόνως άκουσα τη φωνή του άντρα μου. Θρηνούσε και
έκλαιγε έντονα φορτισμένος: «Γκλόρια!
Γκλόρια! Σε παρακαλώ μη με αφήνεις! Τα παιδιά σου σε χρειάζονται! Γκλόρια,
γύρνα πίσω! Μην είσαι δειλή! Γύρνα πίσω!»
Ο Θεός μου επέτρεψε να γυρίσω πίσω... αλλά εγώ δεν ήθελα
να επιστρέψω! Όμως σιγά-σιγά άρχισα να κατεβαίνω προς το σώμα μου, που ήταν
χωρίς ζωή. Έβλεπα το σώμα μου ξαπλωμένο σε φορείο. Έβλεπα να προσπαθούν να με
επαναφέρουν με ηλεκτροσόκ. Είχα παραμείνει στο πάτωμα για περισσότερο από δυο
ώρες, γιατί το σώμα μου ανέδιδε ηλεκτρικές εκκενώσεις και δεν επιτρεπόταν να
μας αγγίξουν. Μόνο όταν το σώμα μου αποφορτίστηκε εντελώς ξεκίνησαν να με
επαναφέρουν στη ζωή.
Ήταν τότε που μια σπίθα βγήκε από το κεφάλι μου και μπήκα
στο σώμα μου με βία. Έμοιαζε να με ρουφάει με δύναμη. Ένιωσα τεράστιο πόνο
μπαίνοντας στο σώμα μου: σπίθες πετάγονταν από παντού και ένιωσα να
στριμώχνομαι σε κάτι πολύ μικρό. Ο πόνος ήταν αφόρητος, ο πόνος της καμμένης
σάρκας. Το σώμα μου εντελώς καμμένο μου προκαλούσε απερίγραπτο πόνο. Καιγόμουν και
ανέδιδα καπνό και ατμό. Άκουσα να λένε: «Επανέρχεται!
Επανέρχεται!»
Ήταν πολύ χαρούμενοι αλλά ο πόνος μου ήταν αφόρητος. Τα πόδια
μου ήταν τρομακτικά μαύρα. Ζωντανή σάρκα υπήρχε μόνο στον κοσμό και τους ώμους
μου! Το πρόβλημα με τα πόδια μου ήταν περίπλοκο και συζητούσαν την εκδοχή
ακρωτηριασμού.
Αλλά για μένα υπήρχε ένας άλλος ακόμα τρομερός πόνος: η
ματαιοδοξία μιας κοσμικής γυναίκας που ήταν συγχρόνως επιχειρηματίας,
διανοούμενη και φοιτήτρια. Ήμουν σκλάβα της σάρκας μου, της ομορφιάς και της
μόδας. Αφιέρωνα καθημερινά 4 ώρες αεροβική γυμναστική. Σκλαβώθηκα για να αποκτήσω
ένα όμορφο σώμα. Έκανα όλων των ειδών μασάζ, δίαιτες και ενέσεις. Βασικά ό,τι
μπορείτε να φανταστείτε. Αυτή ήταν η ζωή μου: μια ρουτίνα σκλαβιάς για να έχω
όμορφο σώμα.
Επαναλάμβανα συνεχώς: αν έχω όμορφο στήθος, είναι για να
το δείχνω, όχι να το κρύβω. Έλεγα το ίδιο πράγμα για τα πόδια μου γιατί ήξερα
πως είχα ωραία πόδια και ωραίους κοιλιακούς. Αλλά μέσα σε μια στιγμή
συνειδητοποίησα με φόβο πως όλη μου η ζωή περιστρεφόταν γύρω από την άσκοπη
φροντίδα του σώμα τός μου. Αυτό ήταν το επίκεντρο της ζωής μου: αγάπη για το
σώμα μου. Και τώρα δεν το είχα πια! Στη θέση του στήθους μου υπήρχαν τρύπες και
ειδικά η αριστερή πλευρά είχε εξαφανιστεί. Τα πόδια μου είχαν τρομακτική όψη,
χωρίς σάρκα και μαύρα σαν κάρβουνο. Ήταν τα μέρη του σώματός μου που φρόντιζα
περισσότερο και καυχιόμουν γι’ αυτά, ήταν αυτά που κάηκαν εντελώς και έμειναν
κυριολεκτικά χωρίς σάρκα.
Στο νοσοκομείο
Μόλις με μετέφεραν στο νοσοκομείο με χειρούργησαν αμέσως
και άρχισαν να μου αφαιρούν το καμμένο δέρμα. Την ώρα που με νάρκωσαν έφυγα
ξανά από το σώμα μου.
Θέλω τώρα να σας πω κάτι... Ήμουν όλη μου τη ζωή μια
χριστιανή «λάιτ». Πήγαινα σε εκκλησίες που ο ιερέας έκανε σύντομο κήρυγμα γιατί
με κούραζε. Με ενοχλούσαν οι ιερείς που μιλούσαν πολλή ώρα. Μια μέρα άκουσα
έναν ιερέα να λέει πως δεν υπάρχει η κόλαση ούτε οι δαίμονες! Ήταν αυτό ακριβώς
που ήθελα να ακούσω. Αμέσως σκέφτηκα: αν δεν υπάρχουν δαίμονες ούτε και κόλαση,
τότε όλοι θα πάμε στον Παράδεισο! Επομένως τι έχουμε να φοβηθούμε; Γιατί αυτό
που με κρατούσε στην εκκλησία ήταν ο φόβος της ύπαρξης του διαβόλου. Όταν άκουσα
πως κόλαση δεν υπάρχει, απομακρύνθηκα τελείως από το Θεό. Απομακρύνθηκα από την
εκκλησία και άρχισα μάλιστα να βλασφημώ. Δεν είχα πλέον το φόβο της αμαρτίας,
άρχισα να λέω πως οι δαίμονες είναι εφεύρεση των ιερέων, μια μέθοδος για να
χειραγωγεί η Εκκλησία τους πιστούς και τελικά έφτασα στο σημείο να λέω στους
συναδέλφους μου ότι ο Θεός δεν υπάρχει, πως αποτελούμε προϊόν εξέλιξης, επηρεάζοντας
έτσι πολλούς ανθρώπους.
Ας γυρίσουμε ξανά στο χειρουργείο, όταν έφυγα από το σώμα
μου. Ένιωσα απίστευτο τρόμο αυτή τη φορά. Είδα πως οι δαίμονες υπήρχαν και πως
είχαν έρθει να με βρουν. Είχαν έρθει να μου φέρουν το «λογαριασμό», αφού είχα
αποδεχτεί τις αμαρτίες που μου πρόσφεραν! Και αυτά που προσφέρουν δεν είναι
δωρεάν, τα πληρώνεις! Μέσα από τους τοίχους του χειρουργείου άρχισαν να
βγαίνουν πλήθος συνηθισμένων ανθρώπων που όμως η ματιά τους ήταν γεμάτη μίσος,
διαβολική, σε γέμιζε φόβο και έκανε την ψυχή μου να τρέμει. Κατάλαβα πως είχα
να κάνω με δαίμονες. Κατάλαβα πως χρωστούσα κάτι σε καθέναν τους, πως η αμαρτία
δεν είναι δωρεάν και πως το καλύτερο σχέδιο του διαβόλου είναι να λέει πως δεν
υπάρχει. Αυτή είναι η καλύτερη στρατηγική ώστε να μας κάνει ό,τι θέλει. Συνειδητοποίησα
πως υπάρχει, είναι γύρω μου και με ψάχνει!
Το μυαλό μου, ως επιστήμονας και διανοούμενη που ήμουν,
δεν με βοήθαγε καθόλου. Τριγυρνούσα στο χώρο του χειρουργείου, προσπαθούσα να
μπω στο σώμα μου ξανά αλλά δεν με δεχόταν και ο φόβος μου ήταν τρομερός. Πέρασα
βιαστικά μέσα από τους τοίχους για να μπορέσω να κρυφτώ στο διάδρομο αλλά έπεσα
στο κενό! Πέρασα μέσα από πολλά τούνελ που κατευθύνονταν προς τα κάτω. Στην αρχή
υπήρχε λίγο φως και έβλεπα κάτι σαν κυψέλες όπου μέσα υπήρχαν πολλοί άνθρωποι,
νέοι και γέροι, άντρες και γυναίκες που έκλαιγαν σπαρακτικά και έτριζαν τα
δόντια τους. Φοβισμένη όσο ποτέ, εξακολουθούσα να κατεβαίνω, ενώ το φως
σιγά-σιγά έσβηνε...
Συνέχισα να περιπλανιέμαι σε εκείνα τα τούνελ, μέσα σε
τρομακτικό σκοτάδι, ώσπου το σκοτάδι έγινε τόσο βαθύ που όμοιό του δεν υπάρχει.
Για να σας δώσω ένα μέτρο σύγκρισης, η πιο σκοτεινή γωνιά της γης μοιάζει με
μεσημεριανό φως σε σύγκριση με το σκοτάδι αυτό. Εκεί κάτω, το σκοτάδι γεννάει
πόνο, τρόμο, ντροπή και έχει απαίσια βρώμα. Είναι ένα ζωντανό σκοτάδι. Στο τέλος
της καθόδου μου έφτασα σε έναν επίπεδο χώρο. Κάποια στιγμή το έδαφος άνοιξε σαν
ένα τεράστιο στόμα. Ήταν τεράστιο και ΖΩΝΤΑΝΟ!!! Κάτω από μένα ήταν μια
απίστευτα τρομακτική άβυσσος και αυτό το χάσμα με ρουφούσε μέσα του. Αυτό που
με ανατρίχιασε περισσότερο ήταν πως δεν μπορούσες να νιώσεις την αγάπη του
Θεού, ούτε στο ελάχιστο.
Ούρλιαξα σα μανιακή. Ήμουν τρομοκρατημένη, διαισθανόμουν
ότι δεν μπορούσα να σταματήσω αυτή την πτώση. Γλιστρούσα προς την άβυσσο. Ένιωθα
πως αν έμπαινα εκεί δεν θα είχα τη δυνατότητα επιστροφής. Αυτός θα ήταν ο
πνευματικός θάνατος της ψυχής μου. Ήμουν οριστικά χαμένη. Όμως, μέσα σε αυτόν
τον απέραντο τρόμο, ακριβώς τη στιγμή που ήμουν έτοιμη να πέσω στην άβυσσο, ο
Αρχάγγελος Μιχαήλ με άρπαξε από τα πόδια... Το σώμα μου εισήλθε στην άβυσσο
αυτή, αλλά τα πόδια μου ήταν ακόμα έξω. Ήταν τρομακτικό και μου προκαλούσε
μεγάλο πόνο. Όταν εισήλθα, το φως που είχε απομείνει στο πνεύμα μου ενόχλησε
τους δαίμονες. Όλα τα τρομακτικά, ακάθαρτα πλάσματα που ζούσαν εκεί, μου
επιτέθηκαν αμέσως. Έμοιαζαν με σκουλήκια και βδέλλες και προσπαθούσαν να
εμποδίσουν το λιγοστό φως που παρέμενε στο πνεύμα μου. Φανταστείτε τον πανικό
μου να βλέπω τον εαυτό μου σκεπασμένο από τα πλάσματα αυτά...
Ούρλιαζα, ούρλιαζα σα μανιακή! Αυτά τα πλάσματα με
έκαιγαν! Δεν υπάρχουν λόγια να περιγράψω τον τρόμο! Σημειώστε πως ενώ ήμουν
άθεη, άρχισα να φωνάζω: «Ψυχές του
Καθαρτηρίου! Σας παρακαλώ, βγάλτε με από εδώ! Σας ικετεύω, βοηθήστε με!»
Ενώ ούρλιαζα, άρχισα να ακούω πολλές χιλιάδες ανθρώπους να κλαίνε, νέους
ανθρώπους... Ναι, κυρίως νέους που υπέφεραν φοβερά! Εκεί, σε αυτόν τον τρομερό
τόπο, σε αυτόν το βάλτο μίσους και πόνου, έτριζαν τα δόντια τους, ούρλιαζαν και
θρηνούσαν. Το θέαμα αυτό δεν θα μπορέσω να το ξεχάσω ποτέ... Με γέμισε συμπόνια
και κατάλαβα πως σ’ εκείνο το μέρος βρισκόταν άνθρωποι που σε κάποια στιγμή
αδυναμίας αυτοκτόνησαν. Τώρα υποφέρουν έχοντας όλους αυτούς τους φρικτούς
δαίμονες γύρω τους, που τους βασανίζουν. Αλλά το σκληρότερο από όλα, είναι η
απουσία του Θεού, γιατί εκεί κανείς δεν νιώθει τον Θεό.
Αν οι άνθρωποι ήξεραν τα βάσανα που τους περιμένουν, κανείς δεν θα έπαιρνε την
απόφαση να αφαιρέσει τη ζωή του.
Το μεγαλύτερο βασανιστήριο εκεί είναι να βλέπει κανείς
τους γονείς του ή τους συγγενείς του που είναι ακόμα ζωντανοί, να κλαίνε και να
υποφέρουν από ένα τρομερό αίσθημα ενοχής: μήπως έπρεπε να τον τιμωρήσω, να μην
τον τιμωρήσω, αν του είχα μιλήσει, αν δεν του είχα μιλήσει, αν είχα κάνει αυτό
ή το άλλο... Τελικά, οι τύψεις αυτές είναι τρομερές, είναι μια πραγματική
κόλαση γι’ αυτούς που τους αγαπάνε και είναι ακόμα εν ζωή. Οι δαίμονες,
μανιασμένοι, τους δείχνουν αυτές τις σκηνές και τους λένε: «Κοίτα τη μάνα σου να κλαίει και να υποφέρει, κοίτα πως υποφέρει ο
πατέρας σου, δες τους πόσο συντετριμμένοι είναι, δες την απόγνωσή τους. Κοίτα
πόσο υποφέρουν και κατηγορούν τον εαυτό τους. Δες τους πως αλληλοκατηγορούνται.
Δες τη θλίψη που τους προξένησες. Κοίτα πως επαναστατούν εναντίον του Θεού...
Και όλα αυτά εξαιτίας σου!»
Όταν κατάλαβα πως αυτές οι κακόμοιρες ψυχές δεν μπορούσαν
να με βοηθήσουν, άρχισα να ουρλιάζω ξανά: «Εδώ
έχει γίνει κάποιο λάθος! Κοιτάξτε, είμαι αγία! Ποτέ δεν έκλεψα! Ποτέ δεν
σκότωσα! Δεν έκανα ποτέ κακό σε κανέναν! Αντιθέτως, πριν χρεωκοπήσει το ιατρείο
μου, εισήγαγα τα καλύτερα προϊόντα από την Ελβετία, έβγαζα και διόρθωνα δόντια
και πολλές φορές δεν ζητούσα χρήματα από πελάτες που δεν μπορούσαν να
πληρώσουν. Αγόραζα πράγματα και τα έδινα στους φτωχούς! Τι κάνω εδώ;!...»
Υπερασπιζόμουν τα δικαιώματά μου! Εγώ, που ήμουν τόσο
καλή, που έπρεπε να είχα πάει κατευθείαν στον Παράδεισο, τι έκανα εδώ;! Κάθε Κυριακή
πήγαινα στην εκκλησία, παρόλο που θεωρούσα τον εαυτό μου άθεο και δεν έδινα
καμία σημασία στο κήρυγμα του ιερέα. Αλλά ποτέ δεν έχασα κυριακάτικη
Λειτουργία. Επομένως γιατί βρίσκομαι εδώ; «Μα
τι κάνω εδώ; Βγάλτε με από εδώ! Πάρτε με από εδώ μέσα!!!» Συνέχισα να
φωνάζω τρομοκρατημένη από αυτά τα απαίσια πλάσματα που κρεμόντουσαν από επάνω
μου! «Είμαι Καθολική! Είμαι Καθολική, σας
παρακαλώ, βγάλτε με από εδώ!»
Όταν φώναξα πως είμαι καθολική, είδα ένα μικρό φως, και
αυτό μικρό, αλλά όσο μικρό και αν ήταν, σε εκείνο το σκοτάδι ήταν το μεγαλύτερο
δώρο που θα μπορούσε να λάβει κανείς. Είδα μερικά σκαλοπάτια στο άνω μέρος του
χάσματος και εκεί, βρισκόταν ο πατέρας μου (που είχε πεθάνει πέντε χρόνια πριν)
στο χείλος σχεδόν της αβύσσου. Αυτός είχε λίγο φως – και τέσσερα σκαλοπάτια πιο
πάνω είδα τη μαμά μου, με πολύ περισσότερο φως σε μια στάση προσευχής. Μόλις τους
είδα με πλημμύρισε τέτοια χαρά, που άρχισα να φωνάζω: «Μπαμπά! Μαμά! Τι χαρά! Ελάτε να με πάρετε! Ελάτε και βγάλτε με από
εδώ! Μπαμπά, Μαμά, σας παρακαλώ πάρτε με από εδώ! Σας ικετεύω, πάρτε με από
εδώ!»
Όσο συνέβαιναν αυτά, το σώμα μου ήταν σε βαθύ κώμα: ήμουν
διασωληνωμένη και συνδεδεμένη σε μηχανήματα. Το οξυγόνο δεν εισερχόταν στους
πνεύμονές μου, τα νεφρά μου δεν λειτουργούσαν... Το ότι ήμουν συνδεδεμένη στα
μηχανήματα, το οφείλω στην αδελφή μου, που είναι γιατρός και είχε διαφωνήσει με
τους συναδέλφους της, λέγοντάς τους πως δεν είναι Θεοί. Πράγματι, πίστευαν πως
δεν άξιζε τον κόπο να προσπαθήσουν να με κρατήσουν στη ζωή και το είπαν στους
συγγενείς μου. Τους είπαν πως ήταν καλύτερα να με αφήσουν να πεθάνω ήσυχα,
γιατί βίωνα φοβερό πόνο. Η αδελφή μου επέμεινε τόσο πολύ, ώσπου υποχώρησαν.
Ξέρετε ποιο είναι το παράλογο; Ότι εγώ υποστήριζα το
δικαίωμα της ευθανασίας, το δικαίωμα ενός αξιοπρεπούς θανάτου!
Όταν η ψυχή μου είδε τους γονείς μου, η αδελφή μου, που
βρισκόταν δίπλα μου όλη την ώρα, με άκουσε καθαρά να τους φωνάζω με χαρά να
έρθουν να με πάρουν.
(Συνεχίζεται)
ΠΗΓΗ: Η παρουσίαστη/μαρτυρία της Γκλόρια Πόλο για την εμπειρία που είχε όταν χτυπήθηκε από κεραυνό και βρέθηκε στην Άλλη Πλευρά.
Σχόλια