Το ταξίδι στην "άλλη πλευρά" συνεχίζεται...
...Οι αναμνήσεις της μητέρας μου από το δεύτερο επίπεδο φαίνονται κάπως ασαφείς, όμως οι αναμνήσεις της από το τρίτο επίπεδο ήταν αρκετά ζωντανές. Όταν ανυψώθηκε στο τρίτο επίπεδο, θυμάται ότι βίωσε ένα πολύ βαρύ συναίσθημα. Ένιωσε λύπη όταν διαπίστωσε ότι αυτό ήταν το επίπεδο εκείνων που είχαν οι ίδιοι τερματίσει τη ζωή τους. Οι ψυχές αυτές ήταν τώρα σε λήθη. Φαινόντουσαν να έχουν απομονωθεί, να μην πηγαίνουν ούτε πάνω ούτε κάτω. Δεν είχαν κατεύθυνση. Η παρουσία τους είχε κάτι σαν έλλειψη σκοπού. Όπως και να 'χε, οι ψυχές αυτές δεν ήταν σε ηρεμία - και το βίωμα του επιπέδου αυτού ήταν δυσάρεστο όχι μόνο γι' αυτούς που πέρναγαν το χρόνο τους εκεί, αλλά επίσης και γι' αυτούς που πέρναγαν από εκεί. Το μάθημα αυτού του τρίτου επιπέδου ήταν εντελώς ξεκάθαρο. Το να αφαιρείς την ίδια σου τη ζωή διακόπτει το σχέδιο του Θεού.
Υπήρξαν κι άλλα μαθήματα που η μητέρα μου μπόρεσε να φέρει πίσω. Της έδειξαν τη ματαιότητα του πένθους γι' αυτούς που έχουν πεθάνει. Τα πνεύματα που έχουν φύγει νιώθουν στενοχώρια από τον πόνο που περνάνε αυτοί που έμειναν πίσω. Θέλουν να χαιρόμαστε για το πέρασμά τους, να τους συνοδεύουμε με τρομπέτες στο σπίτι τους, γιατί όταν πεθαίνουμε, είμαστε εκεί που θέλουμε να είμαστε. Η λύπη μας είναι γι' αυτό που χάσαμε εμείς, για το κενό στη ζωή μας που κάποτε το γέμιζε το πρόσωπο που έφυγε.
Της έδειξαν ακόμη ότι, όσο τρομερά και άδικα να φαίνονται κάποια πράγματα που συμβαίνουν στους ανθρώπους εδώ στη Γη, αυτό δεν είναι λάθος του Θεού.Όταν αθώα παιδιά σκοτώνονται, καλοί άνθρωποι πεθαίνουν μετά από μακρόχρονες ασθένειες, ή κάποιος τραυματίζεται ή μένει ανάπηρος, αυτό δεν έχει να κάνει με κάποιο φταίξιμο ή λάθος. Αυτά είναι τα δικά μας μαθήματα που έχουμε να μάθουμε, αυτά που είναι στο δικό μας σχέδιο θεϊκό σχέδιο και έχουμε συμφωνήσει να τα περάσουμε. Είναι μαθήματα για τη δική μας εξέλιξη σα να είμαστε και οι δότες και οι παραλήπτες των μαθημάτων αυτών. Στην ευρύτερη εικόνα, τα συμβάντα αυτά είναι υπό τη διεύθυνση και τον έλεγχο του ατόμου που τα βιώνει. Η δράση ή η διεκπεραίωσή τους είναι απλώς η δική μας ενορχήστρωση των γεγονότων. Καταλαβαίνοντάς το αυτό, η μητέρα μου μπορούσε να δει πόσο αταίριαστο είναι να ρωτάει κανείς το Θεό πώς μπορεί να αφήνει τέτοια πράγματα να συμβαίνουν, ή στηριγμένος σ' αυτά ν' αναρωτιέται αν υπάρχει Θεός. Καταλάβαινε ότι υπήρχε μια τέλεια λογική εξήγηση γι' αυτό. Ήταν τόσο τέλειο που αναρωτήθηκε πώς δεν το είχε καταλάβει έως τότε. Και, κατά κάποιο τρόπο, βλέποντας την ευρύτερη εικόνα, διαπίστωσε ότι τα πάντα - τα πάντα - ήταν ακριβώς όπως πρέπει.
Η μητέρα μου έμαθε ακόμη ότι ο πόλεμος ήταν μια πρόσκαιρη κατάσταση βαρβαρισμού, ένας ανόητος και παράλογος τρόπος τακτοποίησης των διαφορών, και ότι σε κάποιο σημείο θα πάψει να υπάρχει. Οι ψυχές εκεί, έβρισκαν τον εθισμό του ανθρώπινου είδους στον πόλεμο όχι μόνο πρωτόγονο αλλά και γελοίο, να στέλνουν τους νέους ανθρώπους να πολεμήσουν σε μάχες των γέρων, για την κατάληψη γης. Κάποια μέρα το ανθρώπινο είδος θα κοιτάξει προς τα πίσω στην ιδέα αυτή και θ' αναρωτηθεί. Γιατί; Όταν θα υπάρξουν αρκετές εξελιγμένες ψυχές με αρκετή ευφυία στο πώς να λύνουν τα προβλήματα, οι πόλεμοι θα εξαλειφθούν παντελώς.
Η μητέρα μου βρήκε ακόμη γιατί άνθρωποι που, όπως φαινόταν, είχαν κάνει φρικτά πράγματα στη ζωή τους, γίνονταν αποδεκτοί εκεί χωρίς να κρίνονται. Οι πράξεις τους έγιναν μαθήματα από τα οποία έμαθαν και μέσω των οποίων έγιναν τελειότερα όντα. Θα εξελίσσονταν από το επίπεδο των επιλογών τους. Ασφαλώς, θα έπρεπε να επιστρέφουν στη Γη ξανά και ξανά έως ότου απορροφήσουν όλη τη γνώση που θα έβγαινε και από τις παραμικρότερες συνέπειες της συμπεριφοράς τους. Θα πέρναγαν αυτόν τον κύκλο της γέννησης ξανά και ξανά για όσο θα χρειαζόταν ώστε να εξελιχθούν και να επιστρέψουν τελικά στην Εστία τους.
Όταν τα μαθήματα ολοκληρώθηκαν, η μητέρα μου ανελήφθη στο υψηλότερο επίπεδο. Μόλις βρέθηκε εκεί, σταμάτησε να ανεβαίνει και άρχισε να γλιστρά χωρίς προσπάθεια μπροστά, νιώθοντας σταθερή και σκόπιμη έλξη προς κάποιο είδος δύναμης. Τα πιο όμορφα χρώματα και σχέδια στριφογύριζαν περνώντας δίπλα της. Σταδιακά συνειδητοποίησε ότι πέρναγε πάνω από κάποιο είδος δρόμου, μια λωρίδα που στις δυο πλευρές της είχαν παραταχθεί οικείες της ψυχές, φίλοι, συγγενείς και άνθρωποι που γνώριζε από πολλές ζωές. Είχαν έλθει να την υποδεχτούν, να την οδηγήσουν και να της πουν ότι όλα ήταν στην εντέλεια. Ήταν ένα απερίγραπτο συναίσθημα ειρήνης και μακαριότητας.
Στο τέλος του δρόμου είδε ένα φως. Ήταν σαν ήλιος, τόσο φωτεινό που φοβήθηκε ότι θα της κάψει τα μάτια. Η ομορφιά του όμως ήταν εκπληκτική. Δεν μπορούσε να τραβήξει τα μάτια της απ' αυτό. Έκπληκτη διαπίστωσε ότι τα μάτια της δεν πόναγαν. Η εξαίσια λάμψη του φωτός της φαινόταν οικεία - με κάποιο τρόπο την έκανε να νιώθει πολύ άνετα. Βρέθηκε να περιβάλλεται από την κορώνα του και ήξερε ότι το φως ήταν πολύ περισσότερο από ακτινοβολία: ήταν ο πυρήνας του Ανώτερου Όντος. Είχε φτάσει στο επίπεδο του Φωτός που γνώριζε τα πάντα, πληρούσε τα πάντα, αποδεχόταν τα πάντα και αγαπούσε τα πάντα. Ήξερε ότι είχε φτάσει στην Εστία. Εκεί που ανήκε. Εκεί, απ' όπου είχε προέλθει. (Συνεχίζεται)
Σχόλια