Μαρία Γκορέττι, η μικρή μάρτυρας της αγνότητας


Η Μαρία Γκορέτι (16 Οκτωβρίου 1890 – 6 Ιουλίου 1902) ήταν ένα κορίτσι 12 ετών, από την Ιταλία, που αγίασε και έλαβε θέση στο πάνθεον των νεότερων αγίων της Δυτικής Εκκλησίας. Μέσα από την εξιστόρηση της σύντομης ζωής της θα δούμε τι ήταν αυτό που την κατέστησε άξια αγιοποίησης και θα κατανοήσουμε πώς ο Θεός μετατρέπει σε καλό ακόμα και το χειρότερο κακό.

Γεννήθηκε στις 16 Οκτωβρίου 1890 στο Gorinaldo, μια μικρή πόλη στην επαρχία της Ανκόνα. Ήταν το τρίτο από τα επτά αδέλφια μιας οικογένειας αγροτικής, φτωχής, θρησκευόμενης, που ο πατέρας Λουίτζι Γκορέτι εργαζόταν στα χωράφια ενώ η μητέρα Ασούντα Καρλίνι φρόντιζε τις δουλειές του σπιτιού και μεγάλωνε τα παιδιά της. Βαφτίστηκε την επομένη της γέννησής της – όπως όλα σχεδόν τα παιδιά της εποχής εκείνης, λόγω της μεγάλης βρεφικής θνησιμότητας – και έλαβε το όνομα Μαρία Τερέζα.

Σε ηλικία 6 ετών έλαβε το Μυστήριο του Χρίσματος μαζί με τον αδελφό της. Μετά από δυο μήνες η οικογένεια αναγκάζεται να μεταναστεύσει σε άλλη αγροτική περιοχή της Ιταλίας, νότια της Ρώμης. Εκεί ο πατέρας γνωρίστηκε με δυο άντρες, εργάτες κι εκείνοι, τον πατέρα Τζιοβάνι Σερενέλλι και το γιο του Αλεσάντρο. Μια γνωριμία με τραγική κατάληξη.
Ο Τζιοβάνι, ένας τύπος αλκοολικός και βίαιος, τσακώθηκε με τον κάτοχο της αγροτικής έκτασης που δούλευε και αναγκάστηκε να φύγει το Φεβρουάριο 1899, ακολουθούμενος από τον Λουίτζι και την οικογένειά του.
Οι δυο οικογένειες βρίσκουν εργασία σε μια άλλη πολύ άσχημη περιοχή γεμάτη βάλτους, νότια της Ρώμης που είχε το όνομα Βάλτοι Ποντίνε.
Ο γαιοκτήμονας τους παραχωρεί ένα αγροτόσπιτο δυο ορόφων. Στο ισόγειο βρίσκονται αποθήκες και χώροι για τα ζώα και μια κοινή κουζίνα. Στον επάνω όροφο τρία δωμάτια.       

Η περιοχή είναι ευδόκιμη για την ανάπτυξη διαφόρων ασθενειών και κυρίως ελονοσίας. Πράγματι, μετά από ενάμισι χρόνο, το 1900, ο Λουίτζι πεθαίνει από μαλάρια σε ηλικία 41 ετών. Η γυναίκα του μένει πίσω με τα 5 παιδιά που είχαν επιβιώσει. Η Μαρία είναι η μεγαλύτερη και η Τερέζα η μικρότερη, ενός έτους. Αναγκάζεται να εργαστεί στα χωράφια για να μπορέσει να ζήσει την οικογένεια, αφήνοντας τη Μαρία πίσω να κάνει τις δουλειές του σπιτιού, ράψιμο, μαγείρεμα, καθαριότητα και φροντίδα των μικρότερων αδελφών της.

Η Μαρία, ευαίσθητη και τρυφερή, υπέφερε βαθειά από το χάσιμο του πατέρα της, όμως ήταν εκείνη που άρχισε να παρηγορεί τη μητέρα της και συνήθιζε να της λέει: «Έλα μανούλα μου, τι φοβάσαι; Εμείς θα μεγαλώσουμε γρήγορα και τότε… Έχει ο Θεός…»
Ήταν πολύ τρυφερή και με τα αδέλφια της. Τα βοηθούσε, τα προέτρεπε να είναι καλά, τα δίδασκε προσευχές και κάθε πρωί και βράδυ έλεγαν μαζί τρεις φορές το ‘Χαίρε Μαρία’ (Ave Maria). Δεν είχε ακόμα λάβει την Πρώτη Κοινωνία (στη Δυτική Εκκλησία τα παιδιά κοινωνούν μόλις φτάσουν στην ηλικία της λογικής) και το έλεγε συχνά στη μητέρα της, που όμως ήταν πάντα τόσο απασχολημένη στα χωράφια και είχαν πάντα τέτοια φτώχεια, που το ανέβαλε συνεχώς για έναν πιο κατάλληλο καιρό.

Ασούντα Καρλίνι

Έλεγε η Μαρία: «Μαμά, θέλω να λάβω την Πρώτη Κοινωνία. Θέλω να λάβω τον Ιησού».
Η μητέρα της: «Αγάπη μου, πώς να τη λάβεις αν δεν μάθεις την κατήχηση; Και δεν έχουμε χρήματα για καινούργια ρούχα…»
Μαρία: «Μα έτσι δεν θα μπορέσω ποτέ να λάβω την Πρώτη Κοινωνία, δεν θέλω να ζω χωρίς τον Ιησού».
Η μητέρα: «Αγάπη μου, ποιος θα σου διδάξει κατήχηση;»
Μαρία: «Έχει ο Θεός… στην Conca μένει η Ελβίρα Σκιάσι που είναι η μοδίστρα του αφεντικού. Αυτή ξέρει να διαβάζει. Επίσης, ο π. Δον Αλφρέντο Παλιάνι πηγαίνει εκεί τις Κυριακές και μπορεί κι αυτός να με διδάξει».

Η Μαρία ήταν πολύ ευσεβής. Αν και δεν ήξερε ούτε να γράφει ούτε να διαβάζει, έμαθε την κατήχηση και κοινώνησε για πρώτη φορά το 1901 στη γιορτή της Αγίας Δωρεάς ( Corpus Christi). Πριν από το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας ο ιερέας της έκανε παραινέσεις να κρατήσει πάση θυσία την αγνότητά της. Η Μαρία ήταν όμορφο κορίτσι, ψηλό, μελαχρινό με μακριά καστανά μαλλιά και βαθιά ευγενικά μάτια, έδειχνε μεγαλύτερη από την ηλικία της. Πάντα έκρυβε το πρόσωπό της με ένα μαντήλι. Ακόμα και ο δολοφόνος της παραδέχτηκε ότι ποτέ δεν άφησε ακάλυπτο κανένα μέρος του σώματός της, ακόμα και κατακαλόκαιρο.

Όταν ο γιος του συγκάτοικου, ο Αλεσάντρο, έγινε 18 χρονών, άρχισε να κοιτάζει με πόθο τη Μαρία. Μετέπειτα, έγραφε σε κάποιο γράμμα του, «μέσα από περιοδικά, ανήθικες ταινίες και κακά παραδείγματα έβλεπα ότι οι περισσότεροι νέοι της εποχής μου ακολουθούσαν το δρόμο τον κακό χωρίς καν να το συνειδητοποιούν. Έκανα το ίδιο».

Ξεκίνησε κάνοντας άσεμνες χειρονομίες στη Μαρία, χρησιμοποιούσε πρόστυχα λόγια και αρκετές φορές την είχε στριμώξει αλλά η Μαρία είχε ξεφύγει. Την απειλούσε ότι αν έλεγε κάτι στη μητέρα της, θα την σκότωνε. Εκείνη πολλές φορές έλεγε στη μητέρα της «μαμά, σε παρακαλώ, μη με αφήνεις μόνη!» Το ίδιο είπε και την παραμονή της τραγωδίας. Αλλά η δύστυχη μάνα δεν μπόρεσε να διακρίνει τον τρόμο πίσω από αυτά τα λόγια και η Μαρία οδηγήθηκε στο μαρτύριο.

5 Ιουλίου 1902, η εντεκάχρονη Μαρία καθόταν στα εξωτερικά σκαλιά του σπιτιού, ράβοντας ένα από τα πουκάμισα του Αλεσάντρο και προσέχοντας τη μικρή Τερέζα που κοιμόταν δίπλα σε μια κουβέρτα, ενώ ο Αλεσάντρο αλώνιζε φασόλια στον αχυρώνα.  Γνωρίζοντας ότι ήταν μόνη, επέστρεψε σπίτι, την άρπαξε και την έσυρε με τη βία κάτω στην κουζίνα και την απείλησε ότι θα τη μαχαιρώσει με ένα σουβλί αν δεν έκανε αυτό που της έλεγε… είχε σκοπό να τη βιάσει. Η Μαρία δεν υποτάχτηκε, διαμαρτυρόμενη ότι αυτό που ήθελε να κάνει ήταν θανάσιμο αμάρτημα, προειδοποιώντας τον ότι θα πήγαινε στην Κόλαση. Πάλεψε μαζί του απελπισμένα και συνέχιζε να ουρλιάζει, «Όχι! Είναι αμαρτία! Ο Θεός δεν το θέλει!» Η αντίστασή της ήταν τόσο μεγάλη που δεν κατάφερε να τη βιάσει. Την έπνιγε με τα χέρια του, αλλά καθώς εκείνη επέμενε ότι προτιμούσε να πεθάνει παρά να του υποταχθεί, έξαλλος τη χτύπησε με το σουβλί 9 φορές στο στομάχι και αλλού. Η Μαρία αιμορραγώντας φώναζε, «Θεέ, Θεέ, πεθαίνω, μαμά, μαμά!» και προσπάθησε να φτάσει στην πόρτα, αλλά εκείνος τη σταμάτησε μαχαιρώνοντάς την άλλες 5 φορές πριν φύγει τρέχοντας. Η μικρή Τερέζα πάνω στη σκάλα ξύπνησε από τον θόρυβο και άρχισε να κλαίει γοερά και όταν η Ασούντα και ο Τζιοβάννι, ο πατέρας του Αλεσάντρο έτρεξαν να δουν τι συμβαίνει, βρήκαν τη Μαρία στο πάτωμα να αιμορραγεί, τα εντόσθια έξω από το σώμα της και να της ανεβαίνει ο πυρετός της περιτονίτιδας. Μεταφέρθηκε αμέσως στο νοσοκομείο, όπου οι γιατροί βρήκαν 14 πληγές στο σώμα της: στο περικάρδιο, τον αριστερό πνεύμονα, την καρδιά, το διάφραγμα, το λεπτό έντερο, το μεσεντέριο, τη λαγόνια αρτηρία.

Οι χειρουργοί στο Orsenigo εξεπλάγησαν που ήταν ακόμα ζωντανή. Στην ετοιμοθάνατη κατάθεσή της, παρουσία του Αρχηγού της Αστυνομίας, είπε στη μητέρα της για τη σεξουαλική παρενόχληση του Σερενέλλι και δύο προηγούμενες απόπειρες βιασμού της. Η μητέρα της τη ρώτησε, «Μαριέττα μου, τι συνέβη, ποιος σου το έκανε;» «Ο Αλεσάντρο το έκανε, ήθελε να κάνω άσχημη αμαρτία και αρνήθηκα», απάντησε.

Η δύστυχη κοπέλα διψούσε πολύ αλλά δεν της έδιναν νερό επειδή το νερό θα έβγαινε από τα τρυπημένα έντερα. Της είπαν ότι έπρεπε να την εγχειρήσουν χωρίς αναισθησία, γιατί λόγω των πολλαπλών τραυμάτων της πίστευαν πως η νάρκωση θα έκανε την καρδιά της να σταματήσει. Η δίψα της αύξανε και ζητούσε επίμονα νερό. Πριν την εγχείρηση ζήτησε να κοινωνήσει τα Άχραντα Μυστήρια και ο ιερέας που την επισκέφθηκε προσπάθησε να την παρηγορήσει λέγοντάς της ότι και ο Ιησούς διψούσε στο σταυρό και δεν του έδωσαν να πιει. Κατάλαβε ότι η κατάστασή της ήταν πολύ κρίσιμη και άρχισε να της μιλάει για το πώς ο Ιησούς συγχώρεσε τους δημίους του πριν πεθάνει. Μετά τη ρώτησε: «Μαρία, θέλεις κι εσύ να συγχωρήσεις το φονιά σου;»
Πρόθυμα η Μαρία απάντησε: «Ναι, για την αγάπη του Ιησού τον συγχωρώ και τον θέλω μαζί μου στον Παράδεισο».  

Από τη συνέντευξη του 1952

6 Ιουλίου 1902, τελικά την εγχείρησαν χωρίς αναισθησία και χωρίς να βγει άλλο παράπονο από τα χείλη της. Της έδωσαν μόνο υπνωτικά χάπια. Στα μισά του χειρουργείου, ξύπνησε. Ο φαρμακοποιός της είπε: «Μαρία, σκέψου με στον Παράδεισο». Τον κοίταξε και είπε: «Λοιπόν, ποιος ξέρει, ποιος από εμάς θα είναι πρώτος εκεί;» «Εσύ, Μαρία», της απάντησε. «Τότε θα σε σκεφτώ ευχαρίστως», του είπε. Η κατάστασή της όμως χειροτέρεψε και άρχισε να έχει παραισθήσεις. Οι παραισθήσεις γίνονταν όλο και πιο συχνές και ξαφνικά αναφώνησε: «Τι όμορφη κυρία!» Και με απορία: «Δεν την βλέπετε; Κοιτάξτε, είναι τόσο όμορφη γεμάτη φως και λουλούδια!» Και σε λίγο ξεψύχησε. Ο κόσμος όταν το έμαθε ξέσπασε με ενθουσιασμό: «Μια αγία πέθανε, η Μαριέττα είναι μάρτυρας».

Ο Αλεσάντρο συνελήφθη αρνούμενος ότι την σκότωσε, επιμένοντας ότι εκείνη, η Μαρία, του είχε επιτεθεί και αναγκάστηκε να αμυνθεί. Δεν έπεισε φυσικά κανέναν,  καταδικάστηκε και φυλακίστηκε. Κανονικά έπρεπε να καταδικαστεί σε ισόβια ή σε θάνατο, αλλά επειδή ήταν ανήλικος εκείνη την εποχή, η ποινή μετατράπηκε σε 30 χρόνια. Οι δικαστές έλαβαν υπόψη μάλιστα ότι δεν ήταν τόσο ώριμος όσο περίμεναν να είναι ένας 20χρονος και ότι μεγάλωνε σε μια φτωχή, παραμελημένη οικογένεια, με πολλά αδέρφια και συγγενείς που έπασχαν από ψυχικές ασθένειες και έναν αλκοολικό πατέρα. 
Θύμωσε τόσο από την καταδικαστική απόφαση των 30 χρόνων στη φυλακή και έδειξε τόσο βίαιο χαρακτήρα επιτιθέμενος σε συγκρατούμενούς του που αναγκάστηκαν να τον βάλουν σε κελί απομόνωσης 3 χρόνια. Κατά τη διάρκεια της φυλάκισης, του εμφανίστηκε η Μαρία σε όνειρο και του πρόσφερε 14 κρίνα, όσα και οι μαχαιριές που τις είχε δώσει. Επίσης ότι λόγω της έκκλησης της μητέρας της Μαρίας για έλεος δεν καταδικάστηκε σε θάνατο.  

Έμεινε αμετανόητος και μη επικοινωνιακός με τον κόσμο ώσπου ένας τοπικός επίσκοπος, ο Μονσινιόρ Τζιοβάνι Μπλαντίνι, τον επισκέφτηκε στη φυλακή. Ο Αλεσάντρο αργότερα έγραψε ένα ευχαριστήριο σημείωμα προς τον επίσκοπο ζητώντας τις προσευχές του και λέγοντάς του για το όνειρο, «στο οποίο η Μαρία του έδωσε 14 κρίνα, τα οποία κάηκαν αμέσως στα χέρια του».

Αυτό το γεγονός τον συντάραξε και είχε ως συνέπεια την πλήρη μεταστροφή του, ο οποίος εξομολογήθηκε, παραδέχτηκε ότι σκότωσε τη Μαρία και υποστήριξε ότι είχε προσπαθήσει να τη βιάσει πολλές φορές στο παρελθόν και αποφάσισε να τη σκοτώσει εξαιτίας της άρνησής της και του απελπισμένου κλάματός της. Μετά τη μεταστροφή του προσπάθησε να επανορθώσει όλο το κακό που είχε κάνει και έζησε ζωή αγιότητας. Μεταλάμβανε συχνά, έγινε ένας πιστός καθολικός και άρχισε να κάνει πράξεις αγάπης προς τους άλλους φυλακισμένους. 

Μετά από 27 χρόνια, λόγω της καλής του διαγωγής αποφυλακίστηκε, κάτι που δεν γινόταν εκείνα τα χρόνια. Επισκέφτηκε την Ασούντα στο Γκορινάλντο που είχε επιστρέψει και την παρακάλεσε να τον συγχωρέσει. Χτύπησε την πόρτα του σπιτιού της και όταν η μαυροφορεμένη γυναίκα άνοιξε, ρώτησε: 
"Ασούντα, ξέρεις ποιος είμαι;" "Ναι, ξέρω ποιος είσαι", αποκρίθηκε. "Μπορείς να με συγχωρέσεις;" ξαναρώτησε. "Και του απάντησε: "Αλεσάντρο, ο Θεός σε συγχώρεσε, η Μαρία σε συγχώρεσε, πώς εγώ να μην σε συγχωρήσω;" Και τον δέχτηκε εκείνη την ίδια μέρα σαν γιο της και τον υιοθέτησε. Ήταν 24 Δεκεμβρίου 1934. Το ίδιο βράδυ παρακολούθησαν τη Λειτουργία των Χριστουγέννων μαζί, λαμβάνοντας τη Θεία Κοινωνία δίπλα-δίπλα. Η μητέρα της Μαρίας και ο δολοφόνος του παιδιού της, και αυτό επειδή η Μαρία είχε επιλέξει να συγχωρήσει και να γίνει αγία!

Για να καταλάβουμε καλύτερα τι σήμαινε αυτή η συγχώρεση της μητέρας, ας πάμε λίγο πίσω στο χρόνο. Όταν η Μαρία πέθανε, δεν υπήρχε κανένας να πάρει τη θέση της στη φροντίδα των μικρότερων αδελφών της. Έτσι τα 4 μικρά δόθηκαν για υιοθεσία. Ο Αλεσάντρο δεν σκότωσε απλά τη Μαρία, κατέστρεψε την οικογένειά της.

Μετά από αυτό το γεγονός που μαθεύτηκε σε όλη την Ιταλία, τυπώθηκαν και άρχισαν να κυκλοφορούν δεκάδες χιλιάδες μικρές εικόνες προσευχής με τη μορφή της Μαρίας από τη μια πλευρά και μια προσευχή στην άλλη προς τον Θεό για την αγιοποίηση της Μαρίας. Στη Δυτική Εκκλησία για να ανακηρυχθεί κάποιος Άγιος πρέπει να περάσουν πολλά χρόνια από το θάνατό του και να βεβαιωθούν θαύματα μετά από την επίκληση του ονόματός του. 

Ασούντα και Αλεσάντρο

Μια μέρα, ένας εργάτης οικοδομών έσκαβε στη βάση ενός μεγάλου κτιρίου στη Ρώμη. Ξαφνικά από την κορυφή του κτιρίου έπεσε μια μεγάλη πέτρα πάνω στο πόδι του εργάτη και το διέλυσε. Τα κόκκαλά του είχαν σπάσει σε τόσα πολλά κομάτια που δεν μπορούσε να γίνει τίποτα. Οι γιατροί αποφάσισαν τον ακρωτηριασμό του ποδιού του από το γόνατο και ετοίμασαν την εγχείρηση για την επόμενη μέρα. Η γυναίκα του που ειδοποιήθηκε, έτρεξε στο νοσοκομείο και τοποθέτησε μια από εκείνες τις μικρές χάρτινες εικόνες με τη Μαρία ανάμεσα στους επιδέσμους του ποδιού. 

Όταν ξημέρωσε η άλλη μέρα, ο άνδρας οδηγήθηκε στο χειρουργικό τραπέζι, όπου ξετύλιξαν τους επιδέσμους και ετοίμασαν το πριόνι για το κόψιμο του ποδιού. Με το που έβγαλαν τους επιδέσμους, το πόδι αποκαλύφθηκε ακέραιο, χωρίς κανένα πρόβλημα, ούτε γδαρσίματα, ούτε πληγές, ούτε μελανιές. Τίποτα. Ο εργάτης σηκώθηκε από το κρεβάτι και επέστρεψε στη δουλειά του χωρίς να λείψει έκτοτε ούτε μέρα. Και αυτό, γιατί η Μαρία είχε επιλέξει να συγχωρήσει και να γίνει αγία! 
Ο Αλεσάντρο έγινε αργότερα λαϊκός αδελφός του Τάγματος των Μικρότερων Καπουτσίνων, ζώντας σε ένα μοναστήρι και εργαζόμενος στην υποδοχή και ως κηπουρός μέχρι που πέθανε το 1970 σε ηλικία 87 ετών.

Στις 26 Ιανουαρίου 1929 η Ασούντα ήταν παρούσα στην εκταφή της σωρού της Μαρίας στο νεκροταφείο του Nettuno όπου ήταν θαμμένη, το σώμα της ήταν ακέραιο, και στις 28 Ιανουαρίου 1929 τοποθετήθηκε στο ναό της Παναγίας των Χαρίτων στο Nettuno. 

Η Μαρία 11 ετών

Η Μαρία οσιοποιήθηκε στις 27 Απριλίου 1947 από τον Πάπα Πίο XII. Παρόντες στην τελετή ήταν τόσο η μητέρα της Aσούντα όσο και ο Αλεσάντρο. Το βράδυ της τελετής στη Βασιλική του Αγίου Πέτρου, ο Πάπας πήγε στην Ασούντα και τη χαιρέτησε. Αργότερα η ίδια ανέφερε: "Όταν είδα τον Πάπα να έρχεται, προσευχήθηκα, ''Μαντόνα, σε παρακαλώ βοήθησέ με'', και ένιωσα λιποθυμία. Έβαλε το χέρι του στο κεφάλι μου και είπε": "Μακαρία μητέρα, ευτυχισμένη μητέρα, μητέρα μιας Μακαρίας!" Τους είδαν και τους δυο με μάτια μουσκεμένα από τα δάκρυα.

Τρία χρόνια αργότερα, στις 24 Ιουνίου 1950, ο ίδιος Πάπας Πίος XII αγιοποίησε τη Μαρία, αποκαλώντας την «Αγία Αγνή του 20ου αιώνα» επειδή και η Αγνή είχε μαρτυρήσει για την αγνότητά της (291 - 304). Η Ασούντα ήταν και πάλι παρούσα στην τελετή, μαζί με τους τέσσερις εναπομείναντες γιους και κόρες της. Ο Αλεσάντρο ήταν επίσης παρών.

Λόγω του τεράστιου πλήθους που ήταν παρόν, το μεγαλύτερο στην ιστορία της Εκκλησίας, η Θεία Λειτουργία και οι τελετές που συνδέονταν με την αγιοποίηση της Μαρίας πραγματοποιήθηκαν έξω από τη Βασιλική του Αγίου Πέτρου, στην μεγάλη πλατεία του Αγίου Πέτρου. Ο Πίος XII μίλησε, όχι όπως πριν στα λατινικά, αλλά στα ιταλικά: «Διατάσσουμε και δηλώνουμε ότι η Μακαρία (οσία) Μαρία Γκορέττι μπορεί να τιμηθεί ως Αγία και την εισάγουμε στον Κανόνα των Αγίων». Περίπου 500.000 άνθρωποι, μεταξύ των οποίων στην πλειοψηφία νεολαία, είχαν έρθει από όλο τον κόσμο. Ο Πίος τους ρώτησε: «Νέοι, η ευχαρίστηση των ματιών του Ιησού, είστε αποφασισμένοι να αντισταθείτε σε οποιαδήποτε επίθεση στην αγνότητά σας με τη βοήθεια της χάρης του Θεού;»  Ένα ηχηρό «ναι» ήταν η απάντηση.

Τα τρία αδέρφια της Μαρίας δήλωσαν ότι η αδελφή τους επενέβη με θαυμαστό τρόπο στη ζωή τους. Ο Άντζελο άκουσε τη φωνή της να του λέει να μεταναστεύσει στην Αμερική. Σύμφωνα με πληροφορίες, στον Αλεσάντρο δόθηκε από θαύμα ένα χρηματικό ποσό για να μπορέσει να μεταναστεύσει μαζί με τον Άντζελο. Ο άλλος αδελφός της Μαρίας, Σαντρίνο, πέθανε στις Ηνωμένες Πολιτείες το 1917, και ο Άντζελο πέθανε στην Ιταλία όταν επέστρεψε εκεί το 1964. Ο Μαριάνο είπε ότι άκουσε τη φωνή της να του λέει να παραμείνει στο χαράκωμά του όταν η υπόλοιπη μονάδα του έλαβε μέρος σε επίθεση εναντίον Αυστρο-ούγγρων στρατιωτών στο Isonzo κατά τη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Αυτός, ο μόνος επιζών από τη μονάδα του, έζησε μέχρι το 1975 και έκανε μια μεγάλη οικογένεια.

Τα λείψανα της Μαρίας φυλάσσονται στην κρύπτη της Πασιονιστικής Βασιλικής Nostra Signora delle Grazie e Santa Maria Goretti στο Nettuno, νότια της Ρώμης.   

Η μνήμη της εορτάζεται στις 6 Ιουλίου. Είναι προστάτισσα των θυμάτων βιασμού, των κοριτσιών, των νεαρών, των φτωχών, της αγνότητας και της συγχώρεσης. Ένα μεγάλο Καθολικό δημοτικό σχολείο με πάνω από 1000 μαθητές στο Τορόντο του Καναδά ονομάστηκε προς τιμήν της.

Το «Heaven Over the Marshes» («Cielo sulla palude» ελλην. Ο Παράδεισος πάνω από τους βάλτους) είναι μια ιταλική ταινία βασισμένη στη ζωή της Μαρίας, που γυρίστηκε το 1949. Τη Μαρία υποδύθηκε η Ινές Ορσίνι και τον Αλεσάντρο ο Μάουρο Ματεούτσι. Βραβεύτηκε στη 10η Διεθνή Έκθεση Κινηματογραφικής Τέχνης στη Βενετία το 1949, ως αυτή που συνέβαλε τα μέγιστα στην πνευματική και ηθική βελτίωση της ανθρωπότητας της εποχής.

Ο Marcel Delannoy έγραψε μια ραδιοφωνική όπερα, τη Maria Goretti, το 1953.

Η ιστορία της αγιοποίησης ενός 11χρονου κοριτσιού στο μυθιστόρημα «The Recognitions» του Γουίλιαμ Γκάντις το 1955, βασίστηκε στην περίπτωση της Μαρίας.

Το 2003, η «Maria Goretti», μια ιταλική τηλεοπτική ταινία της RAI σε σκηνοθεσία του Giulio Base, με πρωταγωνίστρια τη Martina Pinto ως Μαρία, καταξιώθηκε από τους κριτικούς.

ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΜΑΡΙΑ ΓΚΟΡΕΤΤΙ

Αγαπημένη Αγία Μαρία Γκορέττι,
η καρδιά σου ήταν τόσο πλήρης ελέους που με χαρά συγχώρησες το δολοφόνο σου και προσευχήθηκες να μπορέσει να σωθεί. Μεσίτευε για μένα μπροστά στον Κύριο, Τον οποίο τώρα βλέπεις πρόσωπο με πρόσωπο.
Ζήτησέ Του να γεμίσει την ψυχή μου με τη χάρη Του ώστε να μπορώ να είμαι πάντα έτοιμος/η να μιμηθώ τον Ιησού, όπως εσύ. Σήμερα επιλέγω να είσαι φίλη μου και σου ζητώ να με συνοδεύεις σε όλη τη ζωή μου. Προς τιμήν του Αγιώτατου Ονόματος του Ιησού και μιμούμενος/η το παράδειγμά σου, συγχωρώ όλους όσοι με πλήγωσαν ή θέλησαν να με κάνουν να υποφέρω και ζητώ συγγνώμη απ' όλους όσους έβλαψα.
Δια μέσου του Χριστού του Κυρίου μας. Αμήν. 

Μέσω των προσευχών μεσιτείας της προς τον Λυτρωτή μας, είθε όλοι να μπορέσουμε να ακολουθήσουμε με χαρά το φωτεινό παράδειγμα της Μαρίας Γκορέττι, που τώρα απολαμβάνει αιώνια ευτυχία στον Παράδεισο.

ΕΡΕΥΝΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΕΚ ΤΩΝ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΠΗΓΩΝ: Αγγελική Σ. Νατσούλη

 

 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Η ανάσταση του Λαζάρου - μέρος Β'

'Το Ευαγγέλιο όπως μου υπαγορεύτηκε' γιατί το έκανε ο Ιησούς;