Μαθήματα Γάμου (σχετικά με το διαζύγιο)

Μαθήματα γάμου από τον σοφότερο Δάσκαλο, τον Ιησού.

Η Βαλέρια και το διαζύγιο. 

Η Μαρία Βαλτόρτα περιγράφει το όραμά της:

Ακούγεται ένα χτύπημα στην πόρτα. Ο Ανδρέας, που είναι πιο κοντά πάει ν’ ανοίξει και βγαίνοντας κλείνει την πόρτα πίσω του. Μπαίνει μέσα ξανά και λέει: «Δάσκαλε, είναι μια γυναίκα. Επιμένει να σε δει. Έχει κι ένα κοριτσάκι μαζί της. Πρέπει να είναι γυναίκα υψηλής κοινωνίας, αν και είναι σεμνά ντυμένη. Αλλά θα έλεγα ότι ούτε αυτή ούτε το παιδάκι είναι άρρωστα. Δεν ξέρω γιατί είναι καλυμμένη ολόκληρη με πέπλο. Το κοριτσάκι κρατάει στα χέρια του ένα μάτσο υπέροχα λουλούδια».

«Πες της να φύγει. Μόλις είπαμε ότι Αυτός πρέπει να ξεκουραστεί και εσείς δεν Τον αφήνετε καν να τελειώσει το γεύμα Του!» γκρινιάζει ο Πέτρος.
«Της το είπα. Εκείνη απάντησε ότι δεν θα κουράσει τον Δάσκαλο, και ότι ‘’σίγουρα θα χαρεί να τη δει’’».
«Πες της να επιστρέψει αύριο την ίδια ώρα που έρχονται και οι άλλοι άνθρωποι. Ο Δάσκαλος θα ξεκουραστεί τώρα», επιμένει ο Πέτρος.
«Ανδρέα, οδήγησέ την στο επάνω δωμάτιο. Θα έρθω αμέσως», λέει ο Ιησούς.
«Νάτος πάλι! Ακριβώς αυτό που σκεφτόμουν! Έτσι φροντίζει τον εαυτό Του! Το αντίθετο από αυτό που λέγαμε ότι πρέπει να κάνει!» Ο Πέτρος είναι αναστατωμένος.

Ο Ιησούς σηκώνεται και πριν βγει πλησιάζει τον Πέτρο, βάζει το ένα χέρι στους ώμους του αποστόλου, σκύβει λίγο και τον φιλάει στο κεφάλι λέγοντας: «Να είσαι καλός, Σίμων! Όποιος με αγαπά βγάζει την κούραση από πάνω Μου περισσότερο από μια ανάπαυση στο κρεβάτι».
«Πώς ξέρεις ότι σε αγαπάει;»
«Ω! Σίμων! Το άγχος σε κάνει να λες λόγια που μετά μετανιώνεις γιατί συνειδητοποιείς ότι είναι ανόητα! Να είσαι καλός! Να είσαι καλός! Μια γυναίκα που έρχεται με ένα αθώο παιδί και Μου φέρνει το αθώο κοριτσάκι της με την αγκαλιά του γεμάτη λουλούδια, δεν μπορεί παρά να είναι κάποιος που Με αγαπά και συνειδητοποιεί την ανάγκη Μου να βρω λίγη αγάπη και αγνότητα μετά από τόσο μίσος και βρωμιά». Και απομακρύνεται ανεβαίνοντας τα σκαλιά που οδηγούν στην ταράτσα, ενώ ο Ανδρέας, έχοντας τελειώσει τη δουλειά του, επιστρέφει στην κουζίνα.

Η γυναίκα είναι στην πόρτα του επάνω δωματίου. Είναι ψηλή, λεπτή και φοράει βαρύ γκρι μανδύα ενώ το πρόσωπό της είναι καλυμμένο με πέπλο από βύσσο στο χρώμα του ελεφαντόδοντου, που κρέμεται από την κουκούλα της και πέφτει μπροστά καλύπτοντας το πρόσωπό της. Το κοριτσάκι, μωρό ακόμα γιατί πρέπει να είναι το πολύ τριών χρονών, φοράει λευκό μάλλινο φόρεμα και μανδύα με κουκούλα, επίσης λευκό. Όμως η μικρή κουκούλα έχει γλιστρήσει αρκετά πίσω στις μικρές καστανόξανθες μπούκλες της, γιατί το κοριτσάκι κοιτάζει ψηλά τη μητέρα της που το κεφάλι της αναδύεται μέσα από τα λουλούδια που κρατά στην αγκαλιά της. Υπέροχα λουλούδια, όπως μόνο σε αυτές τις χώρες μπορούν να βρεθούν τον κρύο μήνα Δεκέμβριο: τριαντάφυλλα στο χρώμα του δέρματος ανακατεμένα με λεπτά λευκά άνθη, που δεν ξέρω τι είναι. Δεν είμαι ειδική στην ανθοκομία.

Μόλις ο Ιησούς πατάει το πόδι του στην ταράτσα, τον υποδέχεται η μικρή φωνή του κοριτσιού που τρέχει να Τον συναντήσει, παρακινημένη από τη μητέρα της που Του λέει: «Ave, Domine Jesu!»
Ο Ιησούς σκύβει πάνω από τη μικροσκοπική θιασώτη Του και βάζει το ένα χέρι πάνω στο κεφάλι Της λέγοντας: «Ειρήνη σε σένα», μετά σηκώνει το σώμα Του και ακολουθεί το παιδί που με κελαριστό γέλιο πάει πίσω στη μητέρα του, η οποία κάνει βαθιά υπόκλιση και κινείται προς τη μία πλευρά της πόρτας για να περάσει ο Δάσκαλος.
Ο Ιησούς τη χαιρετά με ένα νεύμα και πηγαίνει και κάθεται στο πρώτο κάθισμα που βρίσκει στο δωμάτιο, περιμένοντας σιωπηλά. Το παράστημά Του έχει βασιλική μεγαλοπρέπεια καθώς τις κοιτάζει. Καθισμένος σε ένα φτωχό ξύλινο κάθισμα χωρίς πλάτη, φαίνεται να κάθεται σε θρόνο, τέτοια είναι η αυστηρή Του αξιοπρέπεια. Χωρίς μανδύα, φορώντας έναν πολύ σκούρο μπλε χιτώνα χωρίς στολίδια ή άλλα διακοσμητικά, κάπως ξεθωριασμένο στους ώμους όπου η βροχή, ο ήλιος, η σκόνη και ο ιδρώτας έχουν αλλάξει το χρώμα του, ένας καθαρός αλλά φτωχός χιτώνας, που όμως μοιάζει με πορφυρό ένδυμα, τέτοιο είναι το μεγαλείο Του φορώντας τον.
Πολύ άκαμπτος, σχεδόν ιερατικός λόγω της ακαμψίας του κεφαλιού Του πάνω στο λαιμό Του, των ακουμπισμένων στα γόνατα χεριών Του με ανοιχτές τις παλάμες, τα γυμνά Του πόδια στο γυμνό από παλιά τούβλα πάτωμα, το γυμνό ασβεστωμένο τοίχο στο βάθος για φόντο, χωρίς να κρέμεται καμία κουρτίνα πίσω από το κεφάλι Του παρά μόνο ένα κόσκινο για το αλεύρι και ένα σκοινί με κρεμασμένες πλεξίδες σκόρδων και κρεμμυδιών, είναι πιο μεγαλειώδης παρά αν υπήρχε ένα πολύτιμο πάτωμα κάτω από τα πόδια Του.  

Περιμένει. Και η μεγαλοπρέπειά Του παραλύει τη γυναίκα με σεβαστή κατάπληξη. Ακόμα και το κοριτσάκι είναι σιωπηλό και στέκεται ακίνητο κοντά στη γυναίκα, ίσως λίγο φοβισμένο. Αλλά ο Ιησούς χαμογελάει λέγοντας: «Είμαι εδώ για σένα. Μη φοβάσαι». Και τότε όλος ο φόβος εξαφανίζεται.

Η γυναίκα ψιθυρίζει κάτι στο κοριτσάκι, και το κοριτσάκι κινείται, ακολουθούμενο από τη γυναίκα, και πηγαίνει στα γόνατα του Ιησού όπου ακουμπάει όλα τα λουλούδια του στην αγκαλιά του Ιησού, λέγοντας: «Τα τριαντάφυλλα της Φαύστας για το Σωτήρα της». Το λέει αργά, όπως κάποιος που ξέρει ελάχιστα μια γλώσσα που δεν είναι δική του. Στο μεταξύ η γυναίκα έχει γονατίσει πίσω από το κοριτσάκι, ρίχνοντας πίσω το πέπλο της. Είναι η Βαλέρια, η μητέρα του μικρού κοριτσιού, και χαιρετά τον Ιησού με το ρωμαϊκό της: «Χαίρε, Δάσκαλε».  

«Είθε ο Θεός να έρθει σε σένα, γυναίκα. Πώς και είσαι εδώ; Και τόσο μοναχική; » ρωτάει ο Ιησούς καθώς χαϊδεύει το κοριτσάκι που δεν είναι πια φοβισμένο και επειδή δεν είναι ικανοποιημένο έτσι όπως έβαλε τα λουλούδια στην αγκαλιά του Ιησού, ψάχνει το αρωματικό δεμάτι με τα χεράκια της και διαλέγει εκείνα που σύμφωνα με αυτήν είναι τα πιο όμορφα, λέγοντας: ‘’Παρ’ τα! Παρ’ τα! Είναι δικά σου" και σηκώνει πότε ένα τριαντάφυλλο πότε μια από τις μεγάλες λευκές ομπρέλες με τα μικρά μυρωδάτα αστέρια μέχρι το πρόσωπο του Ιησού, ο οποίος τα δέχεται και στη συνέχεια τα βάζει ξανά στο αρωματικό μπουκέτο.
Η Βαλέρια αρχίζει να λέει: «Ήμουν στην Τιβεριάδα γιατί η κόρη μου δεν ήταν καλά και ο γιατρός μας συμβούλεψε να πάμε εκεί...» Κάνει μια μεγάλη παύση, αλλάζει χρώμα και μετά λέει βιαστικά: «Και ήμουν τόσο λυπημένη στην καρδιά και ανυπομονούσα να δω Εσένα.    

Γιατί μόνο ένας γιατρός θα μπορούσε να βρει θεραπεία στον πόνο μου: Εσύ, Δάσκαλε, που έχεις λόγια δικαιοσύνης για τα πάντα... Έτσι έπρεπε να έρθω οπωσδήποτε. Από εγωισμό για να παρηγορηθώ και για να μάθω τι πρέπει να κάνω...  για… Ναι, για να δείξω την ευγνωμοσύνη μου σε εσένα και στον Θεό σου, που μου επέτρεψε να έχω αυτό το παιδί... Αλλά μας πληροφορούν για πολλά, Δάσκαλε. Οι εκθέσεις και των πιο μικρών γεγονότων της Αποικίας τοποθετούνται κάθε μέρα στο τραπέζι εργασίας του Πόντιου Πιλάτου, που τις κοιτάζει, αλλά πριν πάρει τις σχετικές αποφάσεις συμβουλεύεται πολύ την Κλαούντια... Πολλές εκθέσεις αφορούν Εσένα και τους Εβραίους που ξεσηκώνουν τη χώρα, κάνοντάς Σε σύμβολο της εθνικής εξέγερσης και ταυτόχρονα την αιτία εμφυλίου μίσους.

Η Κλαούντια έχει δίκιο όταν λέει στο σύζυγό της ότι δεν πρέπει να φοβάται έναν μόνο άντρα σε όλη την Παλαιστίνη ως πιθανή αιτία δυσμένειας γι' αυτόν: Εσένα. Και ο Πιλάτος την ακούει μέρα με τη μέρα... Μέχρι στιγμής η Κλαούντια είναι η πιο δυνατή. Αλλά αν στο μέλλον κάποια άλλη δύναμη ελέγχει τον Πιλάτο... Έτσι άκουσα και ένιωσα ότι το αθώο παιδί μου θα ήταν παρηγοριά για Σένα…»  

«Η καρδιά σου είναι φωτισμένη και γεμάτη έλεος, γυναίκα. Μακάρι ο Θεός να σε φωτίσει πλήρως και να έχει τα μάτια Του επάνω  στο παιδί σου, τώρα και για πάντα».
«Σ’ ευχαριστώ Κύριε. Έχω ανάγκη τον Θεό...» και δάκρυα πέφτουν από τα μάτια της Βαλέριας.
«Ναι, Τον έχεις ανάγκη. Θα βρεις κάθε παρηγοριά στον Θεό και θα βρεις επίσης έναν οδηγό δίκαιο για να κρίνεις, να συγχωρείς, να αγαπήσεις ξανά, και πάνω απ' όλα να αναθρέψεις αυτό το παιδί ώστε να μπορέσει να έχει την ευτυχισμένη ζωή όσων είναι παιδιά του αληθινού Θεού.

Καταλαβαίνεις. Ο Θεός που δεν γνώριζες, τον οποίο ίσως χλεύασες, και Αυτόν και το Νόμο Του, τόσο διαφορετικός από τους θεούς σου και τους νόμους και τις θρησκείες σου, Τον οποίο σίγουρα πρόσβαλες με έναν τρόπο ζωής στον οποίο η αρετή δεν ήταν σεβαστή σε πολλά πράγματα… όχι τόσο σοβαρά, αν θέλεις, αλλά που σε οδηγούν σε πιο σοβαρά αδικήματα κατά της αρετής και κατά της θεότητας που σε δημιούργησε, που σε αγάπησε τόσο πολύ ώστε μέσα από τον πόνο που ένιωσες ως μητέρα, μια μητέρα που δεν γνωρίζει τη μελλοντική ζωή και κατά συνέπεια τον προσωρινό χωρισμό της από τη σάρκα της σάρκας της, αυτή η Θεότητα σε έφερε κοντά Μου. Σε αγάπησε τόσο πολύ που Με οδήγησε στην Καισάρεια όταν βρισκόσουν σχεδόν στο κατώφλι του θανάτου πάνω από το μικρό κορμί του παιδιού σας που ήταν ήδη κρύο στην τελευταία του αγωνία. Σε αγάπησε τόσο πολύ που σου την έδωσε πίσω, για να έχεις πάντα στο νου σου την καλοσύνη και τη δύναμη του αληθινού Θεού και αυτό να σε φρενάρει από κάθε ειδωλολατρική ακολασία, και να είναι παρηγοριά σε όλες τις θλίψεις του έγγαμου βίου σου. Σε αγάπησε τόσο πολύ που μέσα από μια άλλη θλίψη ενίσχυσε τη θέλησή σου να έρθεις στην Οδό, την Αλήθεια, τη Ζωή και να σε κάνει να προσκολληθείς στην κόρη σου, έτσι ώστε, αυτή τουλάχιστον στην αρχή της παιδικής της ηλικίας να μπορεί να έχει άνεση και γαλήνη, υγεία και φως στις θλιβερές μέρες της γης, και να την προστατεύουν από αυτό που κάνει να υποφέρει το καλύτερο κομμάτι σου και η συναισθηματική ζωή σου. Το πρώτο ενστικτωδώς καλό και δυσανεκτικό στη ζοφερή αποκρουστική ατμόσφαιρα στην οποία αναγκάζεται να ζει.

Η τελευταία, ακατάστατη στην καλοσύνη της. Γιατί στις αγάπες σου είσαι ειδωλολάτρισσα, γυναίκα. Δεν είναι δικό σου λάθος. Φταίνε οι καιροί που ζεις. Και ο παγανισμός μέσα στον οποίο έχεις μεγαλώσει. Μόνο αυτός που είναι στην αληθινή Θρησκεία μπορεί να δώσει τη σωστή αξία και το μέτρο στην εκδήλωση της αγάπης του. Εσύ, μια μητέρα που δεν γνωρίζει την αιώνια ζωή, αγαπούσες την κόρη σου με άτακτο τρόπο, και όταν είδες ότι κόντευε να πεθάνει, επαναστάτησες απελπισμένη εναντίον της απώλειας, τρελαμένη από τον επικείμενο θάνατό της. Σαν το συγγενή που βλέπει το πιο αγαπητό του πρόσωπο να αρπάζεται από έναν μανιακό και τον βλέπει να το κρατά πάνω από μια άβυσσο από τον πυθμένα της οποίας δεν θα μπορούσε να βγει αν έπεφτε, που δεν θα ήταν δυνατόν να το φέρει πίσω ούτε σαν κρύο πτώμα για ένα τελευταίο φιλί αγάπης, όπως ακριβώς εσύ είδες τη Φαύστα σου να κρέμεται από πάνω από την άβυσσο του κενού... Μια φτωχή μάνα που δεν θα είχε πια την κόρη της! Ούτε το σώμα της ούτε το πνεύμα της. Τίποτα.  

Εσύ, ειδωλολάτρισσα γυναίκα, σύζυγος, πιστή, αγάπησες τον επίγειο θεό της σαρκικής αγάπης στον άντρα σου, τον όμορφο θεό σου που σε έκανε να τον λατρεύεις, υποβιβάζοντας την ισότιμη αξιοπρέπειά σου στη δουλοπρέπεια ενός δούλου. Ας είναι η γυναίκα υποταγμένη στον άντρα της, ταπεινή, πιστή, αγνή. Ναι. Αυτός, ο άντρας, είναι ο αρχηγός της οικογένειας. Αλλά αφεντικό δεν σημαίνει δεσπότης. Αφεντικό δεν σημαίνει ιδιότροπος δάσκαλος στον οποίο επιτρέπεται κάθε ιδιοτροπία όχι μόνο πάνω στη σάρκα αλλά και στο καλύτερο μέρος της νύφης. «Όπου εσύ Caius, εκεί κι εγώ Caia», λες. Φτωχές γυναίκες ενός τόπου όπου το έκφυλο βρίσκεται ακόμη και στα παραμύθια των θεών σας, όσες από εσάς δεν είστε άσεμνες και αχαλίνωτες, πώς μπορείτε να είστε εκεί που είναι οι άντρες σας; Είναι αναπόφευκτο όποιος δεν είναι έκφυλος και διεφθαρμένος να αποσπαστεί με αηδία και να βιώνει με έναν αληθινά βασανιστικό πόνο, ίνες που ξεσκίζονται από τη σάρκα του, την απογοήτευση. 

Μην κλαις. Γνωρίζω τα πάντα κι εγώ και μάλιστα χωρίς να χρειάζομαι τις αναφορές των εκατόνταρχων. Μην κλαις, γυναίκα. Αντίθετα, μάθε να αγαπάς τον άντρα σου με τάξη».

«Δεν μπορώ να τον αγαπάω πια. Δεν του αξίζει. Τον περιφρονώ. Δεν θα εξευτελίσω τον εαυτό μου μιμούμενη τον άντρα μου, αλλά δεν μπορώ να τον αγαπώ πια. Όλα έχουν τελειώσει μεταξύ μας. Τον άφησα να φύγει... χωρίς να προσπαθήσω να τον κρατήσω πίσω... Τελικά, του είμαι για μια τελευταία φορά ευγνώμων, που έφυγε... Δεν θα τον ψάξω. Μήπως ήταν ποτέ σύντροφός μου; Η τύφλωσή μου από τη λατρεία που του είχα, έφυγε, τώρα θυμάμαι και κρίνω τις πράξεις του. Μήπως δεν έκλαψα με την καρδιά μου όταν έπρεπε να τον ακολουθήσω εδώ, αφήνοντας την άρρωστη μητέρα μου και την πατρίδα μου, νεόνυμφη και ετοιμόγεννη; Γέλαγε ανόητα με τους φίλους του για τα δάκρυά μου και για τη ναυτία μου, νουθετώντας με μόνο να μην λερώνω τα ρούχα του. Μήπως ήταν δίπλα μου στη νοσταλγία που ένιωθα σαν χαμένη; Όχι. Έξω με φίλους σε γλέντια, όπου η κατάστασή μου δεν μου επέτρεπε να πάω… Μήπως έσκυψε ποτέ πάνω από την κούνια του νεογέννητου μαζί μου; Κορόιδευε όταν του έδειξαν την κόρη του, λέγοντας, "Θα την πετούσα στο έδαφος. Δεν παντρεύτηκα για να έχω θηλυκά". Ούτε παρουσιάστηκε στην τελετή εξαγνισμού της, αποκαλώντας την ‘’άχρηστη φαρσοκωμωδία’’. Κι επειδή το κοριτσάκι έκλαιγε, είπε καθώς έβγαινε έξω: «Δώστε της το όνομα Λιμπιτίνα (ρωμαϊκή θεότητα του θανάτου) για να είναι αφιερωμένη στη θεά». Και όταν η Φαύστα πέθαινε, μήπως μοιραζόταν τον πόνο μαζί μου; Πού ήταν το βράδυ πριν έρθετε; Στο σπίτι του Βαλεριάνο σε συμπόσιο. Αλλά τον αγαπούσα. Ήταν, σωστά είπες, ο θεός μου. Όλα πάνω του μου φαίνονταν καλά, σωστά. Μου επέτρεψε να τον αγαπήσω… και ήμουν η σκλάβα των επιθυμιών του. Ξέρεις γιατί με απέρριψε από κοντά του;»

«Ξέρω. Γιατί ξύπνησε ξανά η ψυχή σου στη σάρκα σου και δεν ήσουν πια θηλυκό αλλά γυναίκα».

«Έτσι. Ήθελα να κάνω το σπίτι μου ένα σπίτι ενάρετο... και πήγε ο ίδιος στην Αντιόχεια, στον Πρόξενο, επιβάλλοντάς μου να μην τον ακολουθήσω, πήρε μαζί του τις  αγαπημένες του δούλες... Ω! Δεν θα τον ακολουθήσω! Έχω την κόρη μου. Έχω τα πάντα».

«Οχι. Δεν τα έχεις όλα. Έχεις ένα μέρος, ένα μικρό μέρος του Όλου, όσο χρειάζεται για να είσαι ενάρετη. Το Όλον είναι ο Θεός. Η κόρη σου δεν πρέπει να είναι αιτία αδικίας προς το Όλον, αλλά δικαιοσύνης. Γι' αυτήν και με αυτήν έχεις το καθήκον να είσαι ενάρετη».

«Ήρθα για να σε παρηγορήσω κι Εσύ παρηγορείς εμένα. Αλλά ήρθα επίσης να σε ρωτήσω πώς να εκπαιδεύσω αυτό το κοριτσάκι και να το κάνω αντάξιο του Σωτήρα της. Είχα σκεφτεί να γίνω προσήλυτή σου και να την κάνω κι αυτή…»

«Και ο σύζυγός σου;»

«Ω, όλα τελείωσαν με αυτόν».

«Όχι. Όλα αρχίζουν. Είσαι ακόμα γυναίκα του. Το καθήκον μιας καλής γυναίκας είναι να κάνει τον άντρα της καλό».

«Λέει ότι θέλει διαζύγιο. Και σίγουρα θα το κάνει. Επομένως…».

«Και θα το κάνει. Αλλά δεν το έκανε ακόμη. Και όσο δεν το κάνει, είσαι ακόμα γυναίκα του ακόμα και σύμφωνα με το δικό σου νόμο. Και ως τέτοια, έχεις το καθήκον να παραμείνεις ως σύζυγος στη θέση σου. Η θέση σου είναι δεύτερη από τον άντρα στο σπίτι, μαζί με την κόρη σου, μπροστά στους υπηρέτες και στον κόσμο. Σκέφτεσαι: έδωσε κακό παράδειγμα. Είναι αλήθεια. Αλλά αυτό δεν σε απαλλάσσει από το να δώσεις ένα παράδειγμα αρετής. Έφυγε. Είναι αλήθεια. Εσύ με την κόρη σου και τους υπηρέτες πάρε τη θέση του.

Δεν είναι όλα κατακριτέα στα έθιμά σας. Όταν η Ρώμη ήταν λιγότερο διεφθαρμένη, οι γυναίκες της ήταν τίμιες, εργατικές και υπηρετούσαν τη θεότητα με ζωή αρετής και πίστης. Ακόμα κι αν η άθλια κατάστασή τους ως ειδωλολάτρισσες τις έκανε να υπηρετούν ψεύτικους θεούς, η ιδέα ήταν καλή. Έδωσαν τις αρετές τους στην Ιδέα της θρησκείας, στην ανάγκη σεβασμού για μια θρησκεία, για μια Θεότητα της οποίας το πραγματικό όνομα τους ήταν άγνωστο, αλλά που ένιωθαν ότι υπήρχε, και ήταν πιο μεγάλη από τον έκφυλο Όλυμπο, από τις ευτελισμένες θεότητες που τον κατοικούσαν σύμφωνα με τους μυθολογικούς θρύλους. Ανύπαρκτος ο Όλυμπός σας, ανύπαρκτοι οι θεοί σας.

Αλλά οι αρχαίες σας αρετές ήταν καρπός της αληθινής πεποίθησης ότι πρέπει να είσαι ενάρετος για να σε βλέπουν με αγάπη οι θεοί. Ήταν αποτέλεσμα του καθήκοντος που ένιωθες ότι όφειλες στις θεότητες που λάτρευες. Στα μάτια του κόσμου, ιδιαίτερα του δικού μας εβραϊκού κόσμου, φαίνεστε ανόητοι που τιμάτε κάτι που δεν υπάρχει. Αλλά στην αιώνια και αληθινή Δικαιοσύνη, στον ύψιστο, μοναδικό και παντοδύναμο Δημιουργό όλων των πλασμάτων και των πραγμάτων, αυτές οι αρετές, αυτός ο σεβασμός, αυτό το καθήκον δεν είναι μάταια. Το καλό είναι πάντα καλό, η πίστη έχει πάντα την αξία της πίστης, η θρησκεία έχει πάντα την αξία της θρησκείας, αν αυτός που τα ακολουθεί και τα ασκεί και τα κατέχει είναι πεπεισμένος ότι είναι η αλήθεια.

Σε προτρέπω να μιμηθείς τις τίμιες, εργατικές και πιστές γυναίκες της παλαιότερης γενιάς, παραμένοντας στη θέση σου ως στήλη και φως του σπιτιού σου και για το σπίτι σου. Μη νομίσεις ότι θα χάσεις το σεβασμό των υπηρετών επειδή θα μείνεις μόνη. Μέχρι τώρα σε υπηρετούσαν από φόβο και μερικές φορές με μια κρυφή αίσθηση μίσους και εξέγερσης. Από εδώ και πέρα ​​θα σε εξυπηρετούν με αγάπη. Οι δυστυχισμένοι αγαπούν τους  δυστυχισμένους. Οι σκλάβοι σου γνωρίζουν από πόνο. Η χαρά σου ήταν για αυτούς ένα πικρό τσίμπημα. Οι πόνοι σου, που σε απογυμνώνουν από το κρύο φως της αφέντρας, με την πιο απεχθή έννοια αυτής της λέξης, θα σε ντύσουν με ένα ζεστό φως ελέους. Θα αγαπηθείς, Βαλέρια. Και από τον Θεό και από την κόρη σου και από τους δούλους σου. Ακόμα κι αν δεν είσαι πια η σύζυγος αλλά η διαζευγμένη, να θυμάσαι (ο Ιησούς σηκώνεται όρθιος) ότι ο νομικός χωρισμός δεν καταστρέφει το καθήκον της γυναίκας να είναι πιστή στον γαμήλιο όρκο της.

Θα θελήσεις να ενταχθείς στη θρησκεία μας. Μία από τις θεϊκές επιταγές της είναι ότι η γυναίκα είναι σάρκα από τη σάρκα του γαμπρού και ότι κανένα πράγμα ή πρόσωπο δεν μπορεί να χωρίσει αυτό που ο Θεός έκανε μία σάρκα. Έχουμε κι εμείς διαζύγιο. Ήρθε ως ο κακός καρπός της ανθρώπινης λαγνείας, του προπατορικού αμαρτήματος, της διαφθοράς των ανθρώπων. Δεν προήλθε όμως αυθόρμητα από τον Θεό. Ο Θεός δεν αλλάζει το λόγο του. Και ο Θεός είχε πει, δίνοντας την έμπνευση στον Αδάμ - όταν ήταν ακόμα αθώος και ως εκ τούτου μιλώντας με νοημοσύνη που δεν είχε θολώσει από την ενοχή - να πει ότι: οι σύζυγοι, αφού ενωθούν, πρέπει να είναι μία σάρκα. Η σάρκα δεν χωρίζεται από τη σάρκα παρά μόνο από την ατυχία του θανάτου ή της ασθένειας. Το μωσαϊκό διαζύγιο, που χορηγείται για να αποφευχθούν φρικτές αμαρτίες, παρέχει στη γυναίκα μόνο μια πολύ μικρή ελευθερία. 

Η χωρισμένη είναι πάντα ανάπηρη στη σκέψη των ανθρώπων, είτε παραμείνει έτσι είτε ξαναπαντρευτεί. Στην κρίση του Θεού, είναι μια δυστυχισμένη αν χωρίσει λόγω της κακίας του συζύγου της και παραμείνει διαζευγμένη. Αλλά είναι αμαρτωλή, μοιχαλίδα, αν χωρίσει από τα δικά της επαίσχυντα λάθη ή αν ξαναπαντρευτεί. Εσύ όμως, θέλοντας να μπεις στη θρησκεία μας, κάντο για να Με ακολουθήσεις. Και τότε Εγώ, ο Λόγος του Θεού, έχοντας έρθει η ώρα της τέλειας θρησκείας, σου λέω αυτό που λέω σε πολλούς. Δεν είναι νόμιμο για έναν άνθρωπο να χωρίσει αυτό που ο Θεός συνένωσε, και είναι πάντα μοιχός ή μοιχαλίδα εκείνος ή εκείνη που αν και ζει ο σύντροφός του/της, κάνουν άλλο γάμο.

Το διαζύγιο είναι νόμιμη πορνεία, που επιτρέπει σε άνδρες και γυναίκες να διαπράττουν αμαρτήματα λαγνείας. Η χωρισμένη δύσκολα παραμένει σε κατάσταση χηρείας, και χήρα πιστή ενός ζωντανού. Ο χωρισμένος δεν μένει ποτέ πιστός στον πρώτο του γάμο. Και οι δύο, περνώντας σε άλλες ενώσεις, κατεβαίνουν από το επίπεδο των ανθρώπων σε αυτό των κτηνών, που τους επιτρέπεται να αλλάζουν θηλυκό σε κάθε κάλεσμα των αισθήσεων. Η νόμιμη πορνεία, επικίνδυνη για την οικογένεια και τη χώρα, είναι εγκληματική κατά των αθώων. Τα παιδιά των χωρισμένων κρίνουν τους γονείς τους. Αυστηρή η κρίση αυτή των παιδιών! Τουλάχιστον ο ένας από τους γονείς καταδικάζεται από τα παιδιά. Και τα παιδιά, από τον εγωισμό των γονιών, είναι καταδικασμένα σε μια ακρωτηριασμένη συναισθηματική ζωή. Και τότε οι οικογενειακές συνέπειες του διαζυγίου, που στερεί από τα αθώα παιδιά τον πατέρα ή τη μητέρα τους, συνδυάζονται με τον νέο γάμο του γονέα με τον οποίο παραμένουν, και η καταδίκη από τον πρώτο συναισθηματικό ακρωτηριασμό του ενός μέλους, συνδυάζεται με την άλλη καταδίκη της περισσότερο ή λιγότερο ολικής απώλειας της στοργής του ξαναπαντρεμένου γονέα, διαιρεμένης ή πλήρως απορροφημένης στη νέα αγάπη και στα παιδιά του νέου γάμου.

Μιλώντας για γάμο, στην περίπτωση μιας νέας ένωσης ενός διαζευγμένου άνδρα ή γυναίκας, σημαίνει βεβήλωση του νοήματος και του πράγματος που είναι ο γάμος. Μόνον ο θάνατος του ενός συζύγου και η επακόλουθη χηρεία του άλλου μπορούν να δικαιολογήσουν ένα νέο γάμο. Αν και κρίνω ότι θα ήταν καλύτερο να σκύβει κανείς το κεφάλι στην πάντα δίκαιη ετυμηγορία εκείνου που ρυθμίζει τις τύχες των ανθρώπων και να κλείνεται στην αγνότητα, όταν ο θάνατος βάλει τέλος στην κατάσταση του γάμου,  αφιερώνοντας τον εαυτό του ολοκληρωτικά στα παιδιά του και αγαπώντας τον/την σύζυγο που πέρασε στην άλλη ζωή. Αγάπη απογυμνωμένη από κάθε υλική απολαβή, άγια και αληθινή. Φτωχά παιδιά! Που γνωρίζουν μετά το θάνατο, ή την κατάρρευση της εστίας, τη σκληρότητα ενός δεύτερου πατέρα ή μιας δεύτερης μητέρας και την αγωνία να βλέπουν τα χάδια να μοιράζονται με άλλα παιδιά που δεν είναι αδέρφια!

Όχι. Στη θρησκεία μου δεν θα υπάρχει διαζύγιο. Και μοιχός και αμαρτωλός θα είναι αυτός που θα συνάψει πολιτικό διαζύγιο για μια νέα ένωση. Το ανθρώπινο δίκαιο δεν θα μεταβάλει το διάταγμά Μου. Ο γάμος στη θρησκεία Μου δεν θα είναι πλέον ένα αστικό συμβόλαιο, μια ηθική υπόσχεση που θα γίνεται και θα επικυρώνεται από την παρουσία μαρτύρων γι’ αυτό το σκοπό. Αλλά θα είναι ένας άρρηκτος δεσμός που θα έχει επιβεβαιωθεί, στερεωθεί και αγιασθεί από την αγιαστική δύναμη που θα του δώσω Εγώ, γιατί θα γίνει Μυστήριο. Για να γίνω κατανοητός: τελετή ιερή. Θα είναι δύναμη που θα βοηθάει στην άσκηση όλων των συζυγικών καθηκόντων με άγιο τρόπο, αλλά θα είναι και απόφαση του αδιάλυτου του δεσμού. Μέχρι τώρα ο γάμος είναι ένα φυσικό και ηθικό αμοιβαίο συμβόλαιο μεταξύ δύο ατόμων του αντίθετου φύλου. Όταν θεσπιστεί ο νόμος Μου θα επεκταθεί και στην ψυχή των συζύγων. Ως εκ τούτου, θα γίνει επίσης ένα πνευματικό συμβόλαιο, εγκεκριμένο από τον Θεό μέσω των λειτουργών Του. Τώρα ξέρεις πως τίποτα δεν είναι ανώτερο από τον Θεό. Επομένως, αυτό που Αυτός θα έχει ενώσει, καμία ανθρώπινη εξουσία, νόμος ή ιδιοτροπία δεν θα μπορεί να αναιρέσει. Το «όπου εσύ Caio, κι εγώ Caia» της δικής σας τελετής  θα διαιωνίζεται και στο επέκεινα με τη δική μας, τη δική Μου ιεροτελεστία, γιατί ο θάνατος δεν είναι τέλος, αλλά προσωρινός χωρισμός του γαμπρού από τη νύφη, και το καθήκον της αγάπης διαρκεί ακόμη και πέρα από το θάνατο.

Γι' αυτό λέω ότι θα ήθελα την αγνότητα σε όσους χηρεύουν. Αλλά ο άνθρωπος δεν μπορεί να είναι αγνός. Και επίσης γι’ αυτό το λόγο λέω ότι οι σύζυγοι έχουν αμοιβαίο καθήκον να βελτιώνουν ο ένας τον άλλο. Μην κουνάς το κεφάλι σου. Αυτό είναι το καθήκον, και το καθήκον πρέπει να γίνεται αν κάποιος θέλει πραγματικά να Με ακολουθήσει».

«Είσαι σκληρός σήμερα, Δάσκαλε». 

«Όχι. Είμαι Δάσκαλος. Κι έχω μπροστά μου ένα πλάσμα που μπορεί να μεγαλώσει στη ζωή της Χάριτος. Αν δεν ήσουν αυτή που είσαι, θα ήμουν λιγότερο απαιτητικός. Αλλά έχεις καλό χαρακτήρα και τα βάσανα εξαγνίζουν και εξισορροπούν το μέταλλό σου όλο και περισσότερο. Μια μέρα θα με θυμηθείς και θα με ευλογείς που ήμουν αυτός που είμαι».

«Ο άντρας μου δεν θα γυρίσει πίσω…»

«Κι εσύ θα προχωρήσεις. Κρατώντας το χέρι του αθώου θα βαδίσετε στο δρόμο της Δικαιοσύνης. Χωρίς μίσος, χωρίς εκδίκηση, αλλά και χωρίς άχρηστες προσδοκίες και θλίψεις γι’ αυτό που χάθηκε».

«Το ξέρεις, λοιπόν, ότι τον έχω χάσει!»

«Το ξέρω. Αλλά δεν έχασες εσύ: εκείνος σε έχασε. Δεν σου άξιζε. Τώρα άκου… Είναι δύσκολο. Ναι. Μου έφερες τριαντάφυλλα και αθώα χαμόγελα για να με παρηγορήσεις… Εγώ… δεν μπορώ παρά να σε προετοιμάσω να φορέσεις το αγκαθωτό στεφάνι των εγκαταλελειμμένων γυναικών… Αλλά σκέψου το. Αν ο χρόνος μπορούσε να γυρίσει πίσω και να σε πάει σε εκείνο το πρωινό που η Φαύστα πέθαινε, αν η καρδιά σου ήταν σε θέση να διαλέξει ανάμεσα στην κόρη σου και τον άντρα σου, όντας οπωσδήποτε απαραίτητο να χάσεις έναν από τους δύο, ποιον θα διάλεγες;…»

Η γυναίκα σκέφτεται, χλωμή αλλά δυνατή στον πόνο της μετά τα λίγα δάκρυα που έχυσε στην αρχή του διαλόγου... Στη συνέχεια σκύβει πάνω από το κοριτσάκι που κάθεται στο πάτωμα και διασκεδάζει βάζοντας άσπρα λουλουδάκια ολόγυρα από τα πόδια του Ιησού, το σηκώνει, το αγκαλιάζει και φωνάζει: «Θα διάλεγα αυτήν, γιατί σε αυτή μπορώ να δώσω την καρδιά μου και να την αναθρέψω όπως έχω μάθει ότι πρέπει να ζει κανείς. Το πλάσμα μου! Και να είμαστε ενωμένες και στη μετά θάνατον ζωή. Πάντα μητέρα της εγώ, πάντα κόρη μου αυτή!» και τη σκεπάζει με φιλιά, ενώ το κοριτσάκι την αγκαλιάζει στο λαιμό όλο αγάπη και χαμόγελα. «Πες μου, ω! Πες μου, Δάσκαλε που διδάσκεις να ζούμε σαν ήρωες, τι, πώς να τη μεγαλώσω ώστε να είμαστε και οι δύο στο Βασίλειο σου; Ποιες λέξεις, ποιες πράξεις να της μάθω;...»  


«Δεν χρειάζονται λόγια ή ειδικές πράξεις. Να είσαι τέλεια γιατί αυτή η τελειότητα αντανακλάται. Αγάπα τον Θεό και τον πλησίον για να μάθει και αυτή να αγαπά. Ζήσε στη Γη αγαπώντας τον Θεό, και θα σε μιμηθεί. Προς το παρόν έτσι. Αργότερα ο Πατέρας Μου, που σας αγάπησε με ιδιαίτερο τρόπο, θα φροντίσει για τις πνευματικές σας ανάγκες και θα γίνετε σοφές στην πίστη που θα φέρει το όνομά Μου. Αυτό είναι το μόνο να γίνει. Στην αγάπη του Θεού θα βρείτε κάθε φρένο ενάντια στο Κακό. Στην αγάπη του πλησίον θα έχετε κάθε βοήθεια ενάντια στη θλίψη της μοναξιάς. Και δίδαξε τη συγχώρεση. Στον εαυτό σου… και στο πλάσμα σου. Καταλαβαίνεις τι εννοώ;»

«Καταλαβαίνω... είναι σωστό... Δάσκαλε, σε αφήνω. Ευλόγησε μια φτωχή γυναίκα… που είναι πιο φτωχή από μια ζητιάνα που έχει πιστό σύντροφο…».
«Πού είσαι τώρα; Στην Ιερουσαλήμ;»

«Όχι. Στη Βαιθήρ. Η Ιωάννα (του Χουζά) που είναι τόσο καλή με έστειλε στο κάστρο της... Υπέφερα πάρα πολύ εκεί πάνω... Θα μείνω εκεί μέχρι να έρθει η Ιωάννα στην Ιερουσαλήμ, δηλαδή σύντομα. Θα κατέβει στην Ιουδαία με τη Μητέρα Σου και τους άλλους μαθητές με την πρώτη ζέστη της άνοιξης. Μετά θα μείνω μαζί της για λίγο καιρό. Ύστερα οι άλλοι θα έρθουν και θα πάω μαζί τους. Όμως ο χρόνος θα έχει ήδη επουλώσει την πληγή».

«Ο χρόνος και πάνω από όλα ο Θεός και το χαμόγελο της μικρούλας σου. Αντίο Βαλέρια. Ο αληθινός Θεός, τον οποίο αναζητάς με καλό πνεύμα, σε παρηγορεί και σε προστατεύει».
Ο Ιησούς βάζει το χέρι Του στο κεφάλι του μικρού κοριτσιού ευλογώντας το. Μετά πλησιάζει την κλειστή πόρτα ρωτώντας: «Ήρθες μόνη;».

«Όχι. Με μια απελεύθερη. Η άμαξα με περιμένει στο δασάκι πριν από το χωριό. Θα ειδωθούμε ξανά, Δάσκαλε;»

«Για τη γιορτή της Αφιέρωσης θα είμαι στην Ιερουσαλήμ, στο Ναό».
«Θα είμαι εκεί, Δάσκαλε. Χρειάζομαι τα λόγια σου για τη νέα ζωή…».

«Πήγαινε ήρεμη. Ο Θεός δεν αφήνει αβοήθητους όσους τον αναζητούν».

«Πιστεύω… Ω! είναι τόσο θλιβερός ο παγανιστικός μας κόσμος!».

«Η θλίψη είναι παντού όπου δεν υπάρχει πραγματική ζωή στον Θεό. Ακόμα και στον Ισραήλ κλαίμε... Είναι επειδή δεν ζούμε πια στο Νόμο του Θεού. Αντίο. Η ειρήνη να είναι μαζί σου».

Η γυναίκα υποκλίνεται βαθιά και προτείνει κάτι στο κοριτσάκι. Και η μικρή σηκώνει το προσωπάκι της, απλώνει τα χεράκια της και επαναλαμβάνει με τη μικρή της φωνή σαν πουλάκι: «Ave, Domine Jesu 

Ο Ιησούς σκύβει, πιάνοντας στο στοματάκι της το αθώο φιλί που ήδη σχηματίζεται εκεί, και την ευλογεί ξανά... Έπειτα επιστρέφει στο δωμάτιο και κάθεται σκεφτικός κοντά στα σκορπισμένα στο έδαφος λουλούδια. Μένει έτσι για λίγο, μετά κάποιος χτυπά την πόρτα…

«Έλα»…

ΠΗΓΗ: Κεφ. 531 του βιβλίου «Το Ευαγγέλιο όπως μου αποκαλύφθηκε» της Μ. Βαλτόρτα.

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ: Αγγελική Σ. Νατσούλη.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Η ανάσταση του Λαζάρου - μέρος Β'

'Το Ευαγγέλιο όπως μου υπαγορεύτηκε' γιατί το έκανε ο Ιησούς;