Ο Ιησούς εμφανίζεται στους μαθητές στους Εμμαούς


 Σ’ έναν ορεινό δρόμο, δύο άνδρες βαδίζουν βιαστικά, με γυρισμένη την πλάτη προς την Ιερουσαλήμ της οποίας τα βουνά χάνονται όλο και πιο πολύ πίσω από άλλα που ακολουθούν, με αδιάκοπες εναλλαγές από κοιλάδες και κορυφές. Μιλούν μεταξύ τους. Ο γηραιότερος λέει στον νεώτερο που πρέπει να είναι τριανταπέντε ετών το πολύ:

«Πίστεψέ με, καλύτερα έτσι, εγώ έχω οικογένεια και εσύ έχεις. Ο Ναός δεν αστειεύεται. Αυτοί θέλουν πραγματικά να τελειώνουν με αυτό το θέμα. Έχουν δίκιο; Έχουν άδικο; Δεν το γνωρίζω. Ξέρω σαφώς ότι θέλουν να δώσουν ένα τέλος σ’ αυτό το θέμα, μια για πάντα».
«Σ’ αυτό το έγκλημα, Σίμων, μίλα σωστά. Διότι, τουλάχιστον, είναι έγκλημα».
«Εξαρτάται. Η αγάπη μάς εξωθεί κατά των Σανχεντρίν. Αλλά... ποιος ξέρει!»
«Όχι βέβαια. Η αγάπη φωτίζει. Δεν μας οδηγεί σε λάθη».
«Μα και οι ιερείς και οι Σανχεντρίν και οι άρχοντες αγαπούν. Αγαπούν τον Γιαχβέ, Τον οποίο όλος ο Ισραήλ αγάπησε από τότε που έγινε η Διαθήκη μεταξύ του Θεού και των Πατριαρχών. Επομένως και γι’ αυτούς η αγάπη είναι φως και δεν οδηγεί σε λάθη!»
«Αυτών η αγάπη δεν είναι προς τον Κύριο. Ναι. Ο Ισραήλ έχει αυτή την Πίστη για αιώνες. Όμως πες μου: Μπορείς να πεις ότι είναι Πίστη αυτό που μας δίνουν οι Αρχιερείς, οι Φαρισαίοι, οι γραμματείς και οι ιερείς; Το βλέπεις. Με το χρυσάφι που αφιερώνουμε στον Κύριο – ο κόσμος το ήξερε ήδη είτε το υποψιαζόταν – αυτοί πλήρωσαν τον Προδότη, και τώρα πληρώνουν τους φρουρούς. Τον έναν για να τους προδώσει τον Χριστό, τους άλλους για να τους κάνουν να πουν ψέματα. Ω! Εγώ δεν ξέρω γιατί η αιώνια Ισχύς περιορίστηκε μόνο στο να σείσει τα τείχη και να σχίσει το Παραπέτασμα! Εγώ σου λέω ότι θα προτιμούσα να θαφτούν κάτω από τα χαλάσματα οι καινούργιοι Φιλισταίοι. Όλοι τους!»
«Κλεόπα, αφήνεσαι στην εκδίκηση».

«Στην εκδίκηση. Ας υποθέσουμε ότι ήταν μόνο ένας απλός προφήτης. Είναι σωστό να σκοτώσουμε έναν αθώο; Διότι ήταν αθώος. Είδες ποτέ να κάνει κανένα από τα εγκλήματα που Του καταμαρτυρούσαν για να Τον σκοτώσουν;»
«Όχι, ούτε ένα. Όμως έκανε ένα λάθος».
«Ποιo Σίμων;»
«Δεν έδειξε τη δύναμή Του από ψηλά, από τον Σταυρό. Για να επιβεβαιώσει την πίστη μας και να τιμωρήσει τους άπιστους ιερόσυλους. Έπρεπε να δεχτεί την πρόκληση και να κατέβει από τον Σταυρό».
«Έκανε περισσότερα απ’ αυτό. Αναστήθηκε από τους νεκρούς».
«Είναι αλήθεια; Πώς αναστήθηκε; Μόνον με το Πνεύμα Του ή και με το Σώμα Του;»
«Το Πνεύμα είναι αιώνιο! Δεν χρειάζεται να αναστηθεί!» αναφωνεί ο Κλεόπας.
«Το ξέρω αυτό. Αυτό που εννοώ είναι αν αναστήθηκε μόνον με τη θεϊκή Φύση Του, ανώτερη από κάθε παγίδα του ανθρώπου. Διότι αυτές τις μέρες ο άνθρωπος επιχείρησε κατά του Πνεύματός Του με τον τρόμο. Άκουσες αυτό που είπε ο Μάρκος; Πως στη Γεθσημανή, όπου Αυτός πήγε για να προσευχηθεί ακουμπισμένος σε μια πέτρα, όλα είναι μέσα στο αίμα.
Και ο Ιωάννης, που μίλησε στον Μάρκο, του είπε: ‘’Μην αφήσεις να
ποδοπατήσουν αυτό το μέρος, διότι είναι Αίμα που βγήκε από τους πόρους του Θεανθρώπου’’. Αν ίδρωσε με Αίμα πριν από το μαρτύριο, χωρίς αμφιβολία θα έπρεπε να νιώθει τρόμο πριν απ’ αυτό!»
«Φτωχέ μας Διδάσκαλε...».

Σωπαίνουν νιώθοντας πληγωμένοι .

Ο Ιησούς τους πλησιάζει και τους ρωτάει: «Για ποιο πράγμα μιλούσατε; Μέσα στην ησυχία μπόρεσα να ακούσω με διακοπές τα λόγια σας. Ποιον σκοτώσανε;»
Ο Ιησούς είναι καλυμμένος με την ταπεινή εμφάνιση ενός ταλαίπωρου οδοιπόρου που βιάζεται να φτάσει κάπου. Οι δυο δεν Τον αναγνωρίζουν.
«Έρχεσαι από άλλα μέρη; Δεν σταμάτησες στην Ιερουσαλήμ; Η σκονισμένη χλαμύδα σου και τα τόσο φθαρμένα σανδάλια σου δείχνουν ότι είσαι από αυτούς τους ακούραστους προσκυνητές».
«Ναι, είμαι. Έρχομαι από πολύ μακριά...»
«Τότε θα είσαι κουρασμένος. Πηγαίνεις μακριά;»
«Ναι, πολύ μακριά, ακόμα μακρύτερα από το μέρος απ’ όπου έρχομαι».
«Είσαι έμπορος; Επιχειρηματίας;»
«Πρέπει να αγοράσω έναν τεράστιο αριθμό από κοπάδια για τον πιο μεγάλο από τους κυρίους. Πρέπει να γυρίσω όλο τον κόσμο για να διαλέξω πρόβατα και αρνιά και πρέπει να πάω και σε άγρια κοπάδια, που, όταν τα εξημερώσεις, θα είναι καλύτερα από αυτά που σήμερα δεν είναι άγρια».
«Σκληρή δουλειά. Και προχώρησες χωρίς να σταματήσεις στην Ιερουσαλήμ;»
«Γιατί ρωτάς;»
«Διότι φαίνεται πως είσαι ο μόνος που δεν ξέρει τι έγινε αυτές τις μέρες».
«Τι έγινε;»
«Έρχεσαι από μακριά και πιθανώς γι’ αυτό να μην ξέρεις. Κι όμως, ο τρόπος που μιλάς είναι από την Γαλιλαία. Λοιπόν, ακόμα και αν είσαι υπηρέτης ενός ξένου βασιλιά, είτε γιος ενός Γαλιλαίου μετανάστη, θα ήξερες, αν έχεις κάνει περιτομή, ότι επί τρία χρόνια στην πατρίδα μας εμφανίστηκε ένας μεγάλος προφήτης, ονομαζόμενος Ιησούς ο Ναζωραίος, πανίσχυρος σε λόγια και σε έργα ενώπιον του Θεού και των
ανθρώπων, ο οποίος κήρυττε σε όλη τη χώρα. Και είπε ότι ήταν ο Μεσσίας. Τα λόγια του και τα έργα του ήταν πραγματικά έργα του Υιού του Θεού, όπως έλεγε ότι ήταν. Αλλά μόνον Υιός του Θεού. Τώρα ξέρεις γιατί… μα… έχεις κάνει περιτομή;»
«Είμαι πρωτότοκος και αφιερωμένος στον Κύριο».
«Τότε ξέρεις τη Θρησκεία μας;»
«Ξέρω κάθε συλλαβή από αυτήν. Γνωρίζω τους νόμους και τα έθιμα.
H Halasia, o Midrash, η Hagadda, μου είναι γνωστά ως τα στοιχεία του αέρα, του νερού, της φωτιάς και του φωτός, που είναι τα πρώτα στα οποία τείνει η διάνοια, το ένστικτο και οι ανάγκες του ανθρώπου, αμέσως μόλις γεννηθεί».
«Τότε θα ξέρεις ότι ο Ισραήλ έλαβε την υπόσχεση ότι θα έρθει ο Μεσσίας, όμως ένας Μεσσίας σαν ισχυρός βασιλιάς που θα ενώσει ξανά τον Ισραήλ. Όμως, Αυτός δεν ήταν έτσι...»
«Και πώς ήταν;»
«Δεν στόχευε στη γήινη ισχύ, αλλά έλεγε ότι είναι βασιλιάς ενός αιωνίου πνευματικού βασιλείου. Δεν ένωσε τον Ισραήλ, αντίθετα τον χώρισε, διότι τώρα η χώρα είναι διηρημένη μεταξύ αυτών που πιστεύουν σ’ Αυτόν, και εκείνων που λένε ότι ήταν ένας εγκληματίας. Στην πραγματικότητα δεν ήταν ο τύπος του βασιλιά, διότι επιζητούσε μόνο την πραότητα και τη συγνώμη. Πώς μπορεί κάποιος να κατακτήσει και να νικήσει με τέτοια όπλα;…»
«Και λοιπόν;»
«Λοιπόν, οι Αρχιερείς και η Γερουσία του Ισραήλ τον συνέλαβαν και τον καταδίκασαν σε θάνατο...  κατηγορώντας τον, αυτό είναι αλήθεια, για πράγματα που δεν είχε κάνει. Το μόνο του ελάττωμα ήταν πως ήταν πολύ καλός και πολύ αυστηρός».
«Πώς μπορούσε να είναι και το ένα και το άλλο;»
«Μπορούσε, διότι ήταν πολύ αυστηρός όταν έλεγε την αλήθεια στους ισχυρούς του Ισραήλ, και πολύ καλός με το να μην κάνει εναντίον των άδικων εχθρών του θαύματα θανάτου».
«Ήταν αυστηρός όπως ο Ιωάννης ο Βαπτιστής;»
«Ε… δεν ξέρω. Επίπληττε σκληρά τους γραμματείς και τους  Φαρισαίους ιδιαίτερα τελευταίως, και απειλούσε αυτούς του Ναού ότι ήταν σημαδεμένοι από την οργή του Θεού. Όμως, πάλι, όταν κάποιος ήταν αμαρτωλός και είχε μετανιώσει, και Αυτός έβλεπε αληθινή μετάνοια στην καρδιά του, διότι ο Ναζωραίος διάβαζε την καρδιά καλύτερα από τους γραμματείς όταν διαβάζουν τα κείμενα, τότε ήταν πιο γλυκός και από μια μητέρα».
«Και η Ρώμη επέτρεψε να σκοτωθεί ένας αθώος;»
«Ο Πιλάτος τον καταδίκασε... Όμως δεν το ήθελε και τον αποκαλούσε “δίκαιο”. Αλλά τον απείλησαν ότι θα τον αναφέρουν στον Καίσαρα, και φοβήθηκε. Τελικά τον καταδίκασαν να σταυρωθεί και πέθανε στο σταυρό. Και αυτό, μαζί με τον φόβο των Σανχεντρίν, μας απογοήτευσε πολύ. Διότι εγώ είμαι ο Κλεόπας, γιος του Κλεόπα και αυτός είναι ο Σίμων, γεννημένοι και οι δυο στους Εμμαούς και συγγενείς, διότι εγώ είμαι σύζυγος της μεγαλύτερης κόρης του, και ήμασταν μαθητές του Προφήτη».
«Και τώρα δεν είστε πια;»
«Ελπίζαμε ότι θα ελευθέρωνε τον Ισραήλ, και ότι με την βοήθεια ενός θαύματος θα επιβεβαίωνε τα λόγια Του. Όμως!...»
«Τι λόγια είπε;»
«Σου τα είπαμε: “Εγώ ήρθα στο βασίλειο του Δαβίδ. Είμαι ειρηνικός Βασιλιάς”, και άλλα. Έλεγε: “Ελάτε στη Βασιλεία”, όμως μετά δεν μας έδωσε τη βασιλεία. Και έλεγε: “Την τρίτη ημέρα θα αναστηθώ από τους νεκρούς”. Τώρα, αυτή είναι η τρίτη μέρα από όταν πέθανε. Και σχεδόν τελείωσε και αυτή διότι είναι πιο αργά από την ενάτη ώρα, και δεν αναστήθηκε. Κάποιες γυναίκες και φρουροί λένε πως αναστήθηκε. Όμως εμείς δεν τον είδαμε. Μετά, οι στρατιώτες έλεγαν ότι το είπαν αυτό για να δικαιολογήσουν την κλοπή του πτώματος που πήραν οι μαθητές του Ναζωραίου.
Όμως οι μαθητές!... Όλοι τον εγκαταλείψαμε από φόβο ενόσω ζούσε... και σίγουρα δεν κλέψαμε το Σώμα του τώρα που είναι νεκρός. Και οι γυναίκες… ποιος τις πιστεύει; Αυτά συζητούσαμε. Και θα θέλαμε να μάθουμε αν εννοούσε ότι θα αναστηνόταν μόνο με το Πνεύμα του, θείο εκ νέου, ή και με το Σώμα. Οι γυναίκες είπαν ότι οι άγγελοι – διότι λένε ότι είδαν αγγέλους μετά τον σεισμό, και ίσως έτσι να είναι, διότι την Παρασκευή μερικοί δίκαιοι άνθρωποι εμφανίστηκαν έξω από τους τάφους τους – λένε ότι οι άγγελοι είπαν πως Αυτός ήταν σαν κάποιος που δεν πεθαίνει ποτέ. Και βασικά έτσι φάνηκε στις γυναίκες, αν τον είδαν. Αλλά δύο από εμάς, δύο αρχηγοί μας, πήγαν στον Τάφο και τον βρήκαν άδειο, όπως είπαν οι γυναίκες. Εκείνον  δεν τον είδαν ούτε εκεί ούτε πουθενά αλλού. Και είναι μεγάλη απογοήτευση γιατί δεν ξέρουμε πια τί να πιστέψουμε».

«Πόσο ανόητοι και δύσκολοι είστε στο να καταλάβετε! Και πόσο αργοί στο να πιστέψετε στα λόγια των προφητών! Μήπως όλα αυτά δεν έχουν ήδη ειπωθεί; Το σφάλμα του Ισραήλ είναι ότι ερμήνευσαν  λανθασμένα την πραγματικότητα του Χριστού. Γι’ αυτό δεν Τον πίστεψαν, γι’ αυτό Τον φοβόντουσαν, γι’ αυτό τώρα εσείς αμφιβάλετε. Πάνω, κάτω, στον Ναό, στα χωριά, παντού, ο κόσμος φανταζόταν ένα βασιλιά σύμφωνα με την ανθρώπινη φύση. Η ανασυγκρότηση του βασιλείου του Ισραήλ στη σκέψη του Θεού δεν ήταν κάτι περιορισμένο στον χρόνο ή στον χώρο, όπως ήταν στον δικό σας νου.

Όχι, στον χρόνο
: κανένα βασίλειο, ακόμα και το πιο ισχυρό, δεν είναι αιώνιο. Θυμάστε τους ισχυρούς Φαραώ που καταπίεζαν τους Ιουδαίους την εποχή του Μωυσή. Πόσες δυναστείες δεν έλαβαν τέλος και μόνον άψυχες μούμιες παραμένουν από αυτούς στα βάθη μυστικών υπογείων! Και μια ανάμνηση παραμένει, αν παραμένει και αυτή, της
μιας ώρας ισχύος, ίσως και λιγότερο, αν συγκρίνουμε τα χρόνια τους με τον αιώνιο Χρόνο. Αυτό το Βασίλειο είναι αιώνιο.
 
Στον χώρο: Είναι γραμμένο: αποκαλείται Βασίλειο του Ισραήλ διότι οι φυλές της ανθρώπινης γενιάς προέρχονται από τον Ισραήλ, θα το πω αλλιώς, στον Ισραήλ υπάρχει ο σπόρος του Θεού, και γι’ αυτό, όταν λέμε Ισραήλ, εννοούμε: το βασίλειο αυτών που δημιούργησε ο Θεός. Όμως το Βασίλειο του Βασιλιά Μεσσία δεν περιορίζεται στο μικρό χώρο της Παλαιστίνης, αλλά απλώνεται από τον βορρά στο νότο, από την ανατολή στη δύση, οπουδήποτε υπάρχει μια ύπαρξη με ένα πνεύμα στο σώμα της, δηλαδή οπουδήποτε υπάρχει άνθρωπος. Πώς θα μπορούσε ένας μόνον άνθρωπος να συγκεντρώσει κάτω από αυτόν όλον τον κόσμο, εχθρικό μεταξύ τους, και να σχηματίσει μόνο ένα βασίλειο χωρίς να χυθούν ποτάμια αίματος και να τους υποτάξει με σκληρή καταπίεση ενόπλων ανδρών; Λοιπόν, πως θα μπορούσε να είχε υπάρξει Αυτός ο ειρηνικός βασιλιάς που ανέφεραν οι προφήτες;

Τα μέσα
: Τα ανθρώπινα μέσα, έχω πει, είναι η καταπίεση. Τα ανώτερα ανθρώπινα μέσα είναι η αγάπη. Τα πρώτα είναι πάντα περιορισμένα, διότι ο άνθρωπος καταλήγει να επαναστατεί κατά του καταπιεστή. Τα δεύτερα είναι απεριόριστα, διότι η αγάπη αγαπιέται, είτε, αν δεν αγαπιέται, διαγράφεται. Όμως επειδή είναι κάτι το πνευματικό, δεν μπορεί να δεχτεί άμεση επίθεση. Και ο Θεός, που είναι Άπειρος, θέλει μέσα που είναι σαν τον Εαυτό Του. Θέλει το απεριόριστο, διότι είναι Αιώνιος: το πνεύμα, αυτό που ανήκει στο πνεύμα και οδηγεί στο Πνεύμα. Το σφάλμα ήταν ότι οι άνθρωποι συνέλαβαν μέσα στο νου τους μια μεσσιανική ιδέα εσφαλμένη και στα μέσα και στη μορφή.
Ποια είναι η ύψιστη πραγματικότητα; Αυτή του Θεού. Έτσι δεν είναι; Γι’ αυτό - έτσι αποκαλείται και αυτός είναι ο Μεσσίας - ο Αξιολάτρευτος, ο Εμμανουήλ, ο Άγιος, το θείο Πετράδι, ο Δυνατός, ο Πατέρας των μελλοντικών αιώνων, ο Πρίγκιπας της ειρήνης, που είναι Θεός όπως αυτός από τον οποίο προέρχεται. Δεν θα έχει μια πραγματικότητα σαν Αυτού που Τον γέννησε; Και βέβαια θα έχει!
Μια πραγματικότητα εξ ολοκλήρου πνευματική και αιώνια, απρόσβλητη από βία και αίμα, αγνοώντας προδοσίες και κατάχρηση εξουσίας. Η Βασιλεία Του! Την οποία η αιώνια Καλοσύνη απονέμει και στους φτωχούς ανθρώπους, για να τιμήσει και να δώσει χαρά στον Λόγο Του.

Μήπως δεν είπε ο Δαβίδ, ότι αυτός ο πανίσχυρος Βασιλιάς έχει όλα τα πάντα κάτω από τα πόδια του, σαν υποπόδιο; Δεν περιγράφει ο Ησαΐας το Πάθος του, δεν απαριθμεί ο Δαβίδ όλα τα μαρτύρια; Και δεν έχει γραφτεί ότι Αυτός είναι ο Σωτήρας και Λυτρωτής, που με το δικό Του ολοκαύτωμα θα σώσει τον αμαρτωλό άνθρωπο;
Και δεν έχει δηλωθεί - και ο Ιωνάς είναι το σημείο - ότι για τρεις ημέρες θα Τον καταπιεί η αχόρταγη κοιλιά της Γης, και μετά θα Τον πετάξει έξω όπως τον προφήτη η φάλαινα; Και δεν είπε Αυτός: “Ο Ναός μου, δηλαδή το Σώμα μου, την τρίτη ημέρα μετά που θα έχει φονευθεί, θα ξαναπάρει ζωή από Μένα, (δηλαδή από τον Θεό);’’ Τι νομίζετε; Ότι με μαγικά θα σήκωνε τα τείχη του Ναού ξανά; Όχι. Όχι τα τείχη. Τον ίδιο του τον Εαυτό. Και μόνον ο Θεός μπορούσε να αναστήσει τον εαυτό
του από τους νεκρούς. Αυτός έκτισε εκ νέου τον αληθινό Ναό: το Σώμα του, του Αρνίου, θυσιασμένου, όπως την εντολή και την προφητεία που έλαβε ο Μωυσής να προετοιμάσει το “πέρασμα” από τον θάνατο στην Ζωή, από την σκλαβιά στην ελευθερία, των ανθρώπων παιδιών του Θεού και σκλάβων του Σατανά.
Πώς αναστήθηκε; Αναρωτιέστε. Και απαντώ: με το αληθινό του Σώμα
και με το θείο του Πνεύμα που κατοικεί σ’ αυτό, όπως και σε κάθε θνητό σώμα κατοικεί η ψυχή ως βασίλισσα της καρδιάς. Έτσι αναστήθηκε αφού υπέμεινε τα πάντα για να εξαγνίσει τα πάντα και να εξαγοράσει την προπατορική Προσβολή και τις αμέτρητες αμαρτίες που καθημερινά κάνει η Ανθρωπότητα. Αναστήθηκε όπως ειπώθηκε κάτω από το πέπλο των προφητειών. Ήρθε στον καιρό του - σας υπενθυμίζω τον Δανιήλ - στον καιρό του θυσιάστηκε. Και ακούστε και να θυμάστε, τον ορισμένο χρόνο μετά τον θάνατό του η θεοκτόνος πόλη θα καταστραφεί.

Σας συμβουλεύω να διαβάσετε τους προφήτες με την ψυχή σας, όχι με την υπερηφάνεια του νου σας, από τη αρχή του Βιβλίου μέχρι τα λόγια του θυσιαζόμενου Λόγου. Θυμηθείτε τον Πρόδρομο που τον υπέδειξε ως Αρνίο.  Φέρτε στο νου σας ποιο ήταν το πεπρωμένο του συμβολικού Μωσαϊκού αρνιού. Μέσα από το αίμα του οι πρωτότοκοι του Ισραήλ σώθηκαν. Μέσα από αυτό το Αίμα οι πρωτότοκοι του Θεού θα σωθούν, δηλαδή, αυτοί που με την καλή τους θέληση έχουν αφιερωθεί στον Κύριο. Θυμηθείτε και κατανοήστε τον μεσσιανικό ψαλμό του Δαβίδ και τον μεσσιανικό προφήτη Ησαΐα. Θυμηθείτε ξανά κάθε λέξη για την πραγματικότητα του Άγιου Θεού, και καταλάβετε ότι κανένα άλλο πιο ακριβές σημάδι δεν θα μπορούσε να σας δοθεί. Πιο δυνατό από αυτή τη νίκη πάνω στον Θάνατο, από αυτή την Ανάσταση που τέλεσε στον εαυτό του.
Να θυμάστε ότι το να τιμωρήσει από το ύψος του Σταυρού εκείνους που τον έβαλαν εκεί, θα ήταν αντίθετο από το έλεός του και την αποστολή του. Ήταν πάντα ο Σωτήρας ακόμα και αν ήταν ο Εσταυρωμένος, ο περίγελως, ο καρφωμένος στο ικρίωμα! Τα άκρα του σταυρωμένα, αλλά το πνεύμα του και το θέλημα του ήταν ελεύθερα.  

Τώρα αναστήθηκε. Όλα εκπλήρωθηκαν. Ένδοξος ήταν πριν από την ενσάρκωση Του. Τώρα είναι τρεις φορές ένδοξος που, ενώ ταπεινώθηκε μέσα σε ένα σώμα για τόσα χρόνια, θυσιάστηκε, υψώνοντας την Υπακοή στην τελειότητα με το να γνωρίζει ότι θα πεθάνει πάνω στον σταυρό για να κάνει το Θέλημα του Θεού. Πανένδοξος, με το ένδοξο Σώμα, τώρα ανεβαίνει στον Ουρανό και εισέρχεται στην αιώνια Δόξα, αρχίζοντας τη Βασιλεία που ο Ισραήλ δεν κατάλαβε.

Από αυτή τη Βασιλεία καλεί πιεστικά με την αγάπη Του και την απόλυτη εξουσία που έχει, τις φυλές του κόσμου. Όπως είδαν και προφήτευσαν οι δίκαιοι του Ισραήλ και οι προφήτες, όλοι οι λαοί θα δουν το Σωτήρα. Και δεν θα υπάρχουν πλέον Ρωμαίοι και  Ιουδαίοι, Σκύθες και  Αφρικανοί, Ίβηρες και Κέλτες, Αιγύπτιοι και Φοίνικες. Η γη πέρα από τον Ευφράτη θα ενωθεί με τις πηγές του προαιώνιου Ποταμού. Δεν θα υπάρχουν διαφορετικά έθιμα ούτε το χρώμα των μαλλιών ή της σάρκας θα κάνει διαφορά, αλλά θα υπάρχει ένας τεράστιος λαός φωτεινός, αγνός, μόνον μια γλώσσα, μια αγάπη. Θα είναι το Βασίλειο του Θεού. Το Βασίλειο τ’ Ουρανού. Αιώνιος Μονάρχης: ο Θυσιασμένος Αναστημένος. Αιώνιοι υπήκοοι: αυτοί που πιστεύουν στην Πίστη του. Να πιστέψετε για να ανήκετε σ’ αυτούς.

Εδώ είναι το χωριό σας φίλοι Μου. Εγώ πηγαίνω πιο μακριά. Δεν υπάρχει Στάση για τον Οδοιπόρο που τόσο δρόμο πρέπει να κάνει».
«Κύριε, γνωρίζεις περισσότερα και από ένα ραβίνο. Αν Αυτός δεν είχε πεθάνει θα λέγαμε ότι Αυτός μας μίλησε. Θα θέλαμε να ακούσουμε περισσότερες και σε βάθος αλήθειες. Διότι τώρα, που είμαστε πρόβατα χωρίς βοσκό, ανήσυχοι από την καταιγίδα μίσους του Ισραήλ, δεν μπορούμε πλέον να καταλάβουμε τα λόγια του Βιβλίου.
Θέλεις να έρθουμε μαζί Σου; Έτσι θα μας διδάσκεις και θα  συμπληρώσεις το έργο του Διδασκάλου που μας τον άρπαξαν».
«Τόσο καιρό τον είχατε και δεν μπόρεσε να σας ολοκληρώσει τη διδασκαλία; Αυτή δεν είναι η συναγωγή;»
«Ναι, αυτή είναι. Εγώ είμαι ο Κλεόπας, γιος του Κλεόπα του αρχισυνάγωγου που πέθανε με τη χαρά ότι γνώρισε τον Μεσσία».
«Και δεν καταφέρατε μέχρι τώρα να πιστέψετε με καθαρή, σταθερή πίστη; Όμως δεν είναι δικό σας το λάθος. Μετά από το Αίμα λείπει η Φωτιά. Και τότε θα πιστέψετε, διότι θα καταλάβετε. Αντίο».
«Ω! Κύριε, σχεδόν βραδιάζει, ο ήλιος δύει. Είσαι κουρασμένος και
διψασμένος. Πέρασε μέσα. Μείνε μαζί μας. Θα μας μιλάς για τον Θεό, και εν τω μεταξύ θα μοιραστούμε το ψωμί και το αλάτι».
Ο Ιησούς περνάει μέσα και τον φιλοξενούν σύμφωνα με τα Ιουδαϊκά έθιμα, προφέροντάς του να πιει και να πλύνει τα κουρασμένα πόδια του.  
Κατόπιν κάθονται όλοι στο τραπέζι και οι δύο τον ικετεύουν να  προσφέρει την τροφή αντί γι΄ αυτούς.


Ο Ιησούς σηκώνεται κρατώντας το ψωμί στα χέρια του. Σηκώνοντας τα μάτια στον κόκκινο απογευματινό ουρανό δίνει ευχαριστίες για την τροφή. Κάθεται. Μοιράζει το ψωμί και δίνει ένα κομμάτι στον καθένα από τους δύο που τον φιλοξενούν, και με τον τρόπο αυτό αποκαλύπτεται αυτό που είναι Αυτός: ο Αναστημένος. Δεν είναι ο καταφανής Αναστημένος που εμφανίστηκε στους άλλους εκλεκτούς του. Αλλά είναι ένας Ιησούς γεμάτος μεγαλοπρέπεια, με πολύ εμφανείς τις πληγές στα μακριά του Χέρια: κόκκινες, ροζ πάνω στο ανοιχτό χρώμα του δέρματός του. Ένας Ιησούς ολοζώντανος με το ανασυσταθέν Σώμα του αλλά παράλληλα ολότελα θεϊκός με το μεγαλείο της ματιάς του και όλου του παρουσιαστικού του.
Οι δυο τον αναγνωρίζουν και πέφτουν στα γόνατα... Όμως όταν καταφέρνουν να σηκώσουν τα πρόσωπά τους, δεν έχει μείνει τίποτε απ’ Αυτόν παρά το ψωμί που έκοψε. Το παίρνουν και το φιλούν. Ο καθένας παίρνει το κομμάτι του, το διπλώνει σε ένα λινό ύφασμα, σαν άγιο λείψανο, και το βάζει στο στήθος του.
Κλαίνε λέγοντας:
«Αυτός ήταν! Και δεν τον αναγνωρίσαμε. Κι όμως, δεν αισθάνθηκες την καρδιά σου να φλέγεται μέσα σου, όση ώρα μας μιλούσε και εξηγούσε τις Γραφές;»
«Ναι. Και τώρα, νομίζω ότι τον βλέπω ξανά στο φως που έρχεται από τον Ουρανό, το φως του Θεού. Και βλέπω ότι Αυτός είναι ο Σωτήρας».
«Πάμε. Δεν νιώθω πια πείνα ούτε κούραση. Πάμε να το πούμε σε αυτούς του Ιησού που είναι στην Ιερουσαλήμ».
«Πάμε. Ω! Μακάρι ο γερο-πατέρας μου να είχε δοκιμάσει τη χαρά αυτής της ώρας!»
«Μην το λες αυτό! Περισσότερο από εμάς χάρηκε. Χωρίς το πέπλο που χρησιμοποιείται από έλεος για την αδυναμία της σάρκας μας, αυτός, ο δίκαιος Κλεόπας, με το πνεύμα του είδε τον Γιο του Θεού να επιστρέφει στον Ουρανό. Πάμε! Πάμε! Θα φτάσουμε καλά μεσάνυχτα. Όμως αν το θέλει Αυτός, θα μας βρει τρόπο να περάσουμε. Αν άνοιξε τις πύλες του θανάτου, σίγουρα θα μπορεί να ανοίξει και τις πύλες του τείχους! Πάμε» .
Και με γοργό βήμα κατευθύνονται μέσα στην πορφυρή δύση προς την Ιερουσαλήμ.

ΠΗΓΗ: Το κεφ. 625 του βιβλίου της Μ. Βαλτόρτα "The Gospel as revealed to me".

ΑΠΟΔΟΣΗ: Αγγελική Σ. Νατσούλη

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Η ανάσταση του Λαζάρου - μέρος Β'

'Το Ευαγγέλιο όπως μου υπαγορεύτηκε' γιατί το έκανε ο Ιησούς;